"Έγκλημα στο Γκόσφορντ Παρκ" είναι ο ελληνικός τίτλος της ταινίας αυτής, του καλού αλλά ασταθούς σκηνοθέτη, Robert Altman (Mash, 1970, Images, 1972, 3 Women, 1977) και του 2001.
Η υπόθεση της ταινίας:
Το Νοέμβριο του 1932 στο μέγαρο του Gosford Park, ο Sir William McCordle συγκεντρώνει μια παρέα ανθρώπων για ένα κυνηγετικό party. Στην παρέα περιλαμβάνονται μια ξεπεσμένη κόμισσα, ένας αποτυχημένος επιχειρηματίας, ένας Αμερικανός παραγωγός κινηματογράφου και άλλοι γνωστοί και συγγενείς του οικοδεσπότη. Μαζί με τους καλεσμένους έρχονται και οι συνοδοί τους, υπηρέτες και καμαριέρες. Στο επιβλητικό σκηνικό αυτής της έπαυλης θα γίνουμε μάρτυρες περίεργων γεγονότων που φανερώνουν τα μυστικά των φιλοξενουμένων. Μια δολοφονία θα φέρει την αναστάτωση. Η αναζήτηση του ενόχου δεν θα είναι εύκολη αφού πολλοί είχαν λόγο και ευκαιρία να σκοτώσουν το θύμα. Τις ώρες που ακολουθούν θα δούμε δολοπλοκίες, κρυφούς έρωτες και τη διαφορά στη συμπεριφορά μεταξύ των "αριστοκρατών" και του "υπηρετικού προσωπικού".
Πρόκειται για μια ταινία που δεν είναι καθαρά αστυνομική καθώς διάχυτα και έντονα είναι τα στοιχεία τόσο της κωμωδίας όσο και του δράματος. Όπως επίσης και τα στοιχεία εκείνα που προσδιορίζουν ένα φιλμ εποχής, ένα κοινωνικό φιλμ ή ακόμη, μία ταινία μυστηρίου. Απ΄ όλα έχει!
Πρόκειται για μία πολυσύνθετη ταινία, μέσα απ΄ την οποία προβάλλεται το μεγάλο ταλέντο του σκηνοθέτη της!
Οι αργοί ρυθμοί -παρά την εξαιρετικά γρήγορη εξέλιξη της πλοκής- σε μερικά σημεία κουράζουν (δεδομένης και της μεγάλης διάρκειας των 137΄) και ίσως αποτελούν ένα αρνητικό σημείο για το φιλμ. Όπως επίσης αρνητικό είναι ένα μέρος της πλοκής που δυσκολεύει αρκετά -έως αφάνταστα- τον ανυποψίαστο θεατή, και έχει να κάνει με τα πολλά ονόματα -ακολουθούμενα μάλιστα από τίτλους- που σε απανωτές στιγμές κατακλύζουν την οθόνη και κάνουν τον άμοιρο θεατή να ψάχνει να βγάλει άκρη. Κι αν μάλιστα δεν έχει καλή μνήμη, τότε είτε θα πρέπει να ξεχάσει την ταινία, είτε να τη βλέπει σε slow motion! Anyway.
Κάπου εδώ όμως φαίνεται η μαεστρία του Άλτμαν. Είναι μαγευτικός ο τρόπος με τον οποίο κουμαντάρει τόσους πολλούς ανθρώπους μέσα σε τόσο "στενά" πλάνα και με την κάμερα να πηγαίνει παντού ξεδιπλώνει μοναδικά την περσόνα του κάθε ενός εξ αυτών!
Μεγάλος μάγκας ο Άλτμαν, που θαρρείς ότι ποτέ δεν έβγαλε επί της οθόνης ολόκληρο το -αναμφισβήτητα πλούσιο- ταλέντο του.
Και μέσα από την ιστορία του, ο Ρόμπερτ Άλτμαν ρίχνει μια ειρωνική ματιά πάνω στον κόσμο των αριστοκρατών. Και το κάνει με αφορμή τη δολοφονία που λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια της συγκέντρωσης των αριστοκρατών σε μία έπαυλη και τις συνέπειες που θα ακολουθήσουν. Τις σχέσεις δηλαδή που θα αποκαλυφθούν ανάμεσα σε αριστοκράτες και υπηρέτες, και τα κρυμμένα μυστικά που θα βγουν στη φόρα και έχουν να κάνουν και με τις δύο τάξεις!
Είναι οι "πάνω" και οι "κάτω". Οι αριστοκράτες του σαλονιού και οι υπηρέτες του υπογείου, όπως χαρακτηριστικά λέει σπάζοντας πλάκα ο αθεόφοβος Άλτμαν.
«Όλοι μας έχουμε να κρύψουμε κάποιο μυστικό», άλλωστε είναι τα λόγια του μπάτλερ που προμηνύουν το τί έπεται! Και κάπως έτσι ξετυλίγεται το κουβάρι απίστευτων ιστοριών, πάμπολλων -εκκεντρικών ως επί το πλείστον- χαρακτήρων, με το χιούμορ και τα χαμόγελα να μετατρέπονται σε δράμα και η εκλεπτυσμένη σάτιρα να δίνει τη σκυτάλη στην κακιασμένη ειρωνία!
Πολύ καλές είναι και οι ερμηνείες ενός πολύ πλούσιου καστ από μεγάλα ταλέντα:
Κριστίν Σκοτ Τόμας, Κέλι ΜακΝτόναλντ, Μάγκι Σμιθ, Εμιλι Γουότσον, Τζέρεμι Νόρθαμ, Αϊλίν Άτκινς, Χέλεν Μίρεν, Μάικλ Γκάμπον, Αλαν Μπέιτς, Ντέρεκ Τζάκομπι, Μπομπ Μπάλαμπαν.
Τη μεγάλη όμως αδιαφορά κάνει η εκπληκτική Μάγκι Σμιθ (κι όμως, ξεπερνάει την ¨Ελεν Μίρεν!), στον αβανταδόρικο ρόλο μιας κακεντρεχούς, φαρμακερής, σνομπ θείας.
Ο σκηνοθέτης, που στα 76 του χρόνια κάνει την πιο φιλόδοξη -αλλά σίγουρα όχι καλύτερη- ταινία του, όπως είπαμε, χειρίζεται όλες αυτές τις καταστάσεις ιδανικά, και η σκηνοθεσία άλλωστε αποτελεί το μεγαλύτερο ατού της ταινίας. Επίσης, η εξαιρετική φωτογραφία είναι του Άντριου Νταν και το υπέροχο λεπτομερέστατο ντεκόρ είναι του γιου του σκηνοθέτη, Στίβεν Άλτμαν.
Ο Άλτμαν (ο σκηνοθέτης) κλείνει το μάτι τόσο στην Αγκάθα Κρίστι, όσο και στον μεγάλο Ζαν Ρενουάρ και τον περίφημο "Κανόνα του Παιχνιδιού". Όπως μάλιστα ο ίδιος ο Ρόμπερτ Άλτμαν δήλωσε για το Gosford Park: «Οι δέκα μικροί νέγροι συναντούν τον Κανόνα του Παιχνιδιού».
Έτσι ακριβώς!
Η ταινία ήταν υποψήφια για επτά βραβεία Oscar και συγκεκριμένα: Καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, πρωτότυπου σεναρίου, βΑ γυναικείου ρόλου (δύο φορές για τις Helen Mirren & Maggie Smith), κοστουμιών και σκηνικών. Τελικά κέρδισε μόνο 1, αυτό του σεναρίου. Ήταν όμως υποψήφιο για ένα σωρό άλλα βραβεία και κατάφερε να κερδίσει αρκετά απ΄ αυτά με τα AFI Film Award, BAFTA Film Award, μεταξύ πολλών άλλων.
Βαθμολογία: 8/10
μεγάλη ταινία...κατά 90% θα μπει εικοσάδα.
ΑπάντησηΔιαγραφήπάντως τα αρνητικά που αναφέρεις στο {πολύ καλο} κείμενο σου...εγώ προσωπικά τα βρήκα εξαιρετικά και από τα καλύτερα στοιχεία της ταινία.
Καλησπερα lt.aldo raine.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια τους αργους ρυθμους, εγραψα οτι ισως κουραζουν ανα σημεια δεδομενης και της μεγαλης διαρκειας.
Οσο για το αλλο, το κυριως αρνητικο, αντικειμενικα ηταν δυσκολο να συγκρατησεις ολα τα ονοματα και τους τιτλους και την ιδια στιγμη να παρακολουθεις και ολα τα υπολοιπα. Εξαιρετικα στοιχεια -οπως χαρακτηριστικα λες- ηταν σα συλληψη, γιατι για μενα στην πραξη καπου χαθηκαν..
Αλλα καταφερε ο Αλτμαν και τα καλυψε με μια μαεστρικη σκηνοθεσια. οσο για την περιφημη 20αδα που λες, νομιζω οτι ναι, χωραει..