Πρόκειται για την αμφιλεγόμενη ταινία του Αυστριακού σκηνοθέτη Μίκαελ Χάνεκε, με τον ελληνικό τίτλο "Παράξενα Παιχνίδια". Ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή Ευρωπαίους σκηνοθέτες, ο Αυστριακός, γίνεται αντικείμενο συζήτησης αυτές τις μέρες χάρις στην καινούρια του ταινία με τίτλο "Λευκή Κορδέλα" (Das Weisse Band), η οποία μάλιστα έχει ήδη αγαπηθεί από την πλειονότητα του κοινού, ενώ και οι κριτικοί την εκθειάζουν. Προσωπικά δεν την έχω δει ακόμη, αλλά σκοπεύω να το κάνω τις επόμενες μέρες.
Τα "Παράξενα Παιχνίδια" λοιπόν περιγράφουν τον εφιάλτη που θα ζήσει μια οικογένεια με τη μητέρα, τον πατέρα και τον μικρό γιο, οι οποίοι πηγαίνουν στο παραθαλάσσιο τους σπίτι στην εξοχή και γίνονται θύματα δύο ψυχωτικών νεαρών οι οποίοι τους βάζουν να συμμετέχουν σε «αστεία παιχνίδια» με στόχο την διασκέδασή τους. Μερικά από αυτά συμπεριλαμβάνουν την ψυχολογική και σωματική βία, τον εξευτελισμό και τελικά το φόνο.
Υπόθεση:
Η Αν και ο Τζορτζ αποφασίζουν να πάνε με τον γιο τους, Τζόρτζι, στο εξοχικό τους να ξεκουραστούν. Το τοπίο είναι ειδυλλιακό. Είναι μια υπέροχη μέρα, έχουν κανονίσει να παίξουν γκολφ με τους κολλητούς τους ενώ πατέρας και γιος έχουν πάει να θαυμάσουν το ιστιοπλοϊκό της οικογένειας. Η Αν ετοιμάζει το δείπνο όταν ξαφνικά χτυπάει η πόρτα.
Είναι ο Πίτερ, φιλοξενούμενος των γειτόνων, ο οποίος θέλει να δανειστεί ένα αυγό. Ο νέος είναι ευγενικός και συμπαθέστατος και η Αν τρέχει να τον εξυπηρετήσει. Κάτι όμως δεν της αρέσει στον νεαρό.
Σύντομα, αυτό που φαινομενικά ξεκίνησε σαν ένα χαλαρό διήμερο θα εξελιχθεί σε… εφιάλτη.
Το κύμα επιθετικότητας σαρώνει όλη τη γειτονιά και το τέλος είναι προδεδικασμένο κι αναπόφευκτο.
Και αυτός είναι ο σκοπός του τρομερού Αυστριακού. Να κάνει μία ακραία βίαιη ταινία όχι όμως για να σοκάρει -και μόνο- αλλά... τιμωρώντας όλους εμάς που την παρακολουθήσαμε, επειδή το κάναμε με γνώμονα ότι μας αρέσουν ταινίες βίας!
Οπως λέει ο ίδιος, “ήταν μια αντίδραση σε αυτό που εγώ ονομάζω αμερικάνικο σινεμά, γεμάτο βία και αφέλεια, προσπάθησα να βρω τρόπους να δείξω τη βία ακριβώς όπως είναι, εξαιρετικά δύσπεπτη”.
Η αλήθεια πάντως είναι ότι ο Μίκαελ Χάνεκε παίζει με τα νεύρα του θεατή και δοκιμάζει επίμονα τις αντοχές του.
Ο Χάνεκε πάντως δεν οδεύει στα τυφλά. Έχει στόχο. Σημαδεύει και ξεσκίζει το πρότυπο του καθωσπρεπισμού. Μιας τέλειας ζωής, γεμάτη ευγένεια, ευπρέπεια και αποτελούμενη από εκνευριστικούς κανονισμούς που διέπουν την αστική τάξη.
Αυτό απεικονίζεται με τον καλύτερο τρόπο στην παρουσίαση των εισβολέων - σαδιστών, οι οποίοι δεν φοράνε τίποτε κουρέλια, ούτε δείχνουν αλήτες, παρά είναι ντυμένοι στα λευκά(!), με λευκά γάντια, ευπαρουσίαστοι και ευγενείς νέοι, που διαθέτουν μία καλά κρυμμένη βαρβαρότητα και που δεν γίνεται, άμα τη εμφανίσει τους να σε κάνουν να σκεφτείς ότι μπορεί να είναι δολοφόνοι, βιαστές, σαδιστές, όπως θα φανεί στη συνέχεια.
Πάντως, ο Χάνεκε ντύνει την ταινία με μία art house αισθητική, κάτι που κάνει το "Funny Games" προσιτό και εν τέλει αγαπημένο φιλμ από μία μεγάλη μερίδα του κοινού.
Εκεί που πάει να εξιλεωθεί και να λυτρώσει και όλους εμάς, ο Haneke χρησιμοποιεί το έξυπνο κόλπο του "rewind" στην ταινία, με την επιτηδευμένα γελοία χρήση του τηλεκοντρόλ, όταν φαίνεται ότι η Anna (Susanne Lothar) τελικά θα πιάσει το όπλο και θα σκοτώσει τους αλήτες.
Αλλά δεν υπάρχει τιμωρία, ούτε κάθαρση (από καμία πλευρά). Και αυτό είναι προαποφασισμένο.
Εδώ είναι που ο σκηνοθέτης φανερώνει καθαρά πλέον το στόχο της ταινίας. Δεν είναι ψυχαγωγία, είναι ψυχανάλυση.
Κι όσοι από σας μπορεί να τρέφετε αυταπάτες για μια διέξοδο αισιόδοξη, απλά θα χαρείτε προσωρινά, αλλά θα έχετε πέσει στην παγίδα ενός μακάβριου σκηνοθετικού σαδιστικού τρικ.
Ένα δαιμόνιο σχέδιο του Χάνεκε, που όμως έχει το σκοπό του:
να μας κάνει να νοιώσουμε στο πετσί μας την αγριότητα που μας κρύβει ηθελημένα η τηλεόραση, να μας αφυπνίσει, κάνοντας μας να αισθανθούμε ανασφαλείς, αναλώσιμοι κι απολύτως ευάλωτοι.
Τα απανωτά σοκ που μας "προσφέρει" με το "Funny Games" ο Χάνεκε, είναι αναμενόμενα γιατί ο κλοιός στενεύει ολοένα κι η θηλιά μας πνίγει αργά και βασανιστικά. Ο Αυστριακός θέλει να μας ξυπνήσει από έναν λήθαργο που μας έχουν ρίξει. Και για να έχει αποτέλεσμα, το κάνει με τον τρόπο που μας "αρέσει". Βίαια και σαδιστικά με μια ανελέητα ρεαλιστική (ή μήπως μη ρεαλιστική;) απεικόνιση πόνου και τρόμου...
Οπωσδήποτε έχουμε να κάνουμε με ένα πολύ σπουδαίο φιλμ. Προσωπικά απορώ και ενίσταμαι γιατί ο ίδιος ο Χάνεκε δέκα χρόνια μετά (2007) γύρισε ένα ριμέικ, ξεπατικώνοντας ακριβώς τα ίδια πράγματα, στην Αμερικάνικη(;) εκδοχή του...
Βαθμολογία: 7,5/10