Τετάρτη 22 Μαΐου 2013

Cezare deve morire, Paolo e Vittorio Taviani, 2012

 

 Το τελευταίο αριστούργημα των αδερφών Ταβιάνι, «Ο Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει» είναι ένα ντοκιμαντέρ μυθοπλασίας, που μεταφέρει το διάσημο σαιξπηρικό έργο «Ιούλιος Καίσαρας» σε φυλακές υψίστης ασφαλείας της Ρώμης. Σε σενάριο-σκηνοθεσία Paolo, Vittorio Taviani, με τους: Salvatore Striano, Cosimo Rega, Giovanni Arcuri, Antonio Frasca, Juan Dario Bonetti, Vincenzo Gallo, Rosario Majorana, Francesco De Masi, Francesco Carusone, Maurilio Giaffreda.

 Η υπόθεση:
 Η κάμερα των Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι εισχωρεί στη φυλακή Ρεμπίμπια, στα προάστια της Ρώμης και καταγράφει την οντισιόν, τις κουβέντες και τη διανομή των ρόλων, τις προετοιμασίες, και εντέλει το ανέβασμα της παράστασης «Ιούλιος Καίσαρας», με πρωταγωνιστές πραγματικούς κρατουμένους των φυλακών. Η ταινία αποτελεί μια μεταφορά όλο συμβολισμούς, ένα πείραμα, το παιχνίδι της αναμόρφωσης, ή καλύτερα τον άκρως ιδιαίτερο τρόπο προσέγγισης της ελευθερίας, με φόντο το περιβάλλον των φυλακών...

 Διανύοντας την 9η(!) δεκαετία της ζωής τους οι σπουδαίοι Ιταλοί, που ανέκαθεν δούλευαν μαζί, εμπνεύστηκαν τη δημιουργία αυτού του φιλμ από μία επίσκεψή τους στη φυλακή Υψίστης Ασφαλείας, Rebibbia, στην πρωτεύουσα της Ιταλίας. 
 Εκεί, παρακολούθησαν μία εκδήλωση όπου οι κρατούμενοι ανέβασαν αποσπάσματα από την αριστουργηματική «Κόλαση» του Dante. Τα αδέρφια έφυγαν, αλλά επιστρέφοντας λίγο αργότερα στη φυλακή, ρώτησαν τον επικεφαλής της καλλιτεχνικής αναμόρφωσης αλλά και τους κρατούμενους εάν θα ήθελαν να ανεβάσουν τον «Ιούλιο Καίσαρα» του Shakespeare. Ενθουσιασμένοι αμφότεροι, απάντησαν θετικά, ανυπομονώντας μάλιστα για το ξεκίνημα των γυρισμάτων!

 Κάπως έτσι φθάνουμε στη δημιουργία του "Cezare deve morrire". Η παράσταση «Ιούλιος Καίσαρας» του Ουίλιαμ Σαίξπηρ έχει μόλις τελειώσει εν μέσω ενθουσιασμού και θερμότατων επιδοκιμασιών. Τα φώτα σβήνουν και οι ηθοποιοί επιστρέφουν στα κελιά τους... Πρόκειται βεβαίως για βαρυποινίτες, που κρατούνται στη φυλακή υψίστης ασφαλείας Rebibbia, λίγο έξω από τη Ρώμη. Οι περισσότεροι εκτίουν ποινή ισόβιας κάθειρξης εξαιτίας των διασυνδέσεων με την Καμόρα, την ιταλική Μαφία. Ορισμένοι άλλοι για διακίνηση ναρκωτικών, ενώ κάποιοι λίγοι για ανθρωποκτονία από πρόθεση.

 Και οι υπερήλικες Ταβιάνι ορμούν με νεανική τόλμη, δυναμισμό και φαντασία στις φυλακές Ρεμπίμπια, για να σκηνοθετήσουν βαρυποινίτες, οι οποίοι με τη βοήθεια της παγκόσμιας γλώσσας του Σαίξπηρ μελετούν πολύ και ανακαλύπτουν την ελπίδα αλλά και οτιδήποτε εμπεριέχουν οι χαρακτήρες που υποδύονται στο δρόμο προς το ανέβασμα της παράστασης. Αντιμετωπίζοντας το όλο εγχείρημα ως παιχνίδι, απελευθερώνονται, ξεχνούν προς στιγμήν ότι είναι φυλακισμένοι και κυριεύονται από συναισθήματα ευφορίας, πίστης, αγωνίας, φόβου, τα οποία τους συντροφεύουν κατά τις νυχτερινές ώρες, όπου αδυνατούν να κοιμηθούν μπροστά στη λαχτάρα της πρωινής πρόβας.  

 Στις πρόβες πάλι, που θα ξεκινήσουν μετά από οντισιόν για τη διανομή των χαρακτήρων, θα μπουν για τα καλά στο πετσί των ρόλων που υποδύονται, σε βαθμό αδιανόητης ταύτισης, αλλά ταυτόχρονα δε θα απαγκιστρωθούν από τα δικά τους, εσωτερικά προβλήματα, εξαιτίας των οποίων ορισμένοι πιάνονται στα χέρια, λίγο πριν επέμβουν οι ψυχραιμότεροι και επαναφέρουν την -καλλιτεχνική- τάξη. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, οι τρόφιμοι θα αφήσουν στην άκρη τις διαφορές τους και θα ενωθούν για έναν ύψιστο σκοπό. Όχι, δε θα σκεφτούν στιγμή να αποδράσουν, αλλά να πετύχουν σε αυτό το υπέροχο καλλιτεχνικό εγχείρημα.

 Οι πρόβες εν τέλει, μετά από έξη μήνες, θα στεφθούν με επιτυχία κι εμείς θα παρακολουθήσουμε αρκετά αποσπάσματα του σαιξπηρικού έργου, από τις φιλοδοξίες του Καίσαρα μέχρι τη συνωμοσία του Βρούτου και από τη δολοφονία του Καίσαρα μέχρι τη «δίκη» του συνωμότη και δολοφόνου, την υπεράσπισή του από τον Κάσιο και την τελική μάχη στους Φιλίππους. Όλα όσα πραγματεύεται ο Βάρδος επί «σκηνής»: Εξουσία, φιλοδοξία, τυραννία, αυλοκόλακες, συνωμοσία, δολοφονία, βασανισμοί, φιλίες που μετατρέπονται σε έχθρες, προδοσίες, αναζήτηση της αλήθειας, ανάγκη για ελευθερία.
 Η παράσταση θα ανέβει και θα καταπλήξει τους παρευρισκόμενους θεατές, μεταξύ των οποίων άλλοι τρόφιμοι, φοιτητές, άνθρωποι του καλλιτεχνικού χώρου. Μετά το πέρας της παράστασης, όταν τα φώτα... και τα χρώματα (μόνο η παράσταση είναι γυρισμένη σε έγχρωμο, όλο το υπόλοιπο έργο σε ασπρόμαυρο, σε μία από τις πολλές ενδιαφέρουσες αντιθέσεις των Ταβιάνι, με το χρώμα να προσδίδει ρεαλισμό, το ασπρόμαυρο όχι) θα πέσουν, οι «ηθοποιοί» (παρεμπιπτόντως πολύ καλοί στους ρόλους τους ο Βρούτος και ο Κάσιος) θα επιστρέψουν στα κελιά τους, με τον Κάσιο να μονολογεί «Από τότε που ήρθα σε επαφή με την Τέχνη, το κελί μετατράπηκε σε φυλακή».

 Σαφέστατα το σπουδαίο σαιξπηρικό έργο αποκτά διαφορετική διάσταση ερμηνευμένο από έγκλειστους φυλακών, όπως φυσικά και από το «ιδιαίτερο» περιβάλλον μεταφοράς του. Ενώ τόσο ταιριαστά το προαύλιο της φυλακής θα μας «μεταφέρει» στην αρχαία ρωμαϊκή αγορά. 
 Και η κινηματογραφική ποίηση των Ταβιάνι συναντά την επίσης γνώριμη πολιτική φόρμα των αγέραστων δημιουργών, που εν αντιθέσει με τον Καίσαρα, δεν πρέπει να πεθάνουν ποτέ!

 Ο Καίσαρας πάντως, ήτοι κάθε μορφή τυραννίας, καταπιεστικής εξουσίας και κατεστημένου ΠΡΕΠΕΙ να πεθάνει, πολλώ δε μάλλον όταν στέκεται εμπόδιο στην Ελευθερία.

 Η Τέχνη προς αναζήτηση της προσωπικής και συλλογικής ελευθερίας, μέσα σε μόλις 76' έξοχου λυρισμού, ψήγματα νεορεαλισμού, ανείπωτης εικαστικής δύναμης και υπέροχα θλιμμένης μουσικής από τους Τζιουλιάνο Ταβιάνι και Καρμέλο Τράβια.

 «Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει» κέρδισε πέραν της Χρυσής Αρκούδας και το βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής του 62ου Φεστιβάλ Βερολίνου, όπως και σημαντικές διακρίσεις στα ιταλικά βραβεία.

 Βαθμολογία: 8/10

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου