Τρίτη 21 Απριλίου 2015

Kraftidioten, Hans Petter Moland, 2015


Από τις πλέον ευχάριστες εκπλήξεις της κινηματογραφικής σεζόν! Μία ιστορία εκδίκησης με αναμεμιγμένα στοιχεία θρίλερ και μαύρης κωμωδίας. Από την Σκανδιναβία και συγκεκριμένα τη Νορβηγία. Σε σκηνοθεσία Hans Petter Moland, σενάριο Kim Fupz Aakeson, με τους: Stellan Skarsgard, Kristofer Hivju, Bruno Ganz, Birgitte Hjort Sorensen, Pal Sverre Hagen, Tobias Santelmann Jakob Oftebro.

 Υπόθεση:
 Χειμώνας στη Νορβηγία. Ο εσωστρεφής και εργατικός Nils (Stellan Skarsgard) οδηγεί το εκχιονιστικό του διατηρώντας τους δρόμους καθαρούς και τα βουνά προσβάσιμα στo αφιλόξενο παγωμένο τοπίο, όπου ζει. Έχει μόλις ανακηρυχθεί ο πολίτης της χρονιάς για τον ζήλο του, όταν ενημερώνεται ότι ο γιος του πέθανε από υπερβολική δόση ηρωίνης. Αρνείται όμως να αποδεχτεί την επίσημη εκδοχή του θανάτου του γιου του και ξεκινά μια μυστική έρευνα που τον οδηγεί στους δολοφόνους του παιδιού του. Μια σειρά από αναπάντεχα γεγονότα τον μετατρέπουν σε αδίστακτο ήρωα του υποκόσμου, ενώ η ταυτότητα του παραμένει άγνωστη...

 Ο αξιόλογος νορβηγός σκηνοθέτης (και σεναριογράφος) Hans Petter Moland ("Aberdeen", "The Beautiful Country", "A Somewhat Gentle Man") δημιουργεί ένα γοητευτικό κινηματογραφικό σύμπαν, προσφέροντάς μας μία από τις πιο ευχάριστες ταινίες της σεζόν.
Ο ελληνικός τίτλος «Με Σειρά Εξαφάνισης» ακολουθεί τον αντίστοιχο αγγλικό "In Order of Disappearance", ενώ ο αυθεντικός νορβηγικός ("Πανηλίθιοι") κλείνει το μάτι στον Τριέρ, αγαπημένος ηθοποιός του οποίου (όπως και του Μόλαντ) είναι ο Σκάρσγκαρντ!

 Ο Σκάρσγκαρντ λοιπόν υποδύεται εδώ τον Νιλς (στιβαρή ερμηνεία από έναν σταθερά αξιόλογο ηθοποιό), έναν ιδιαίτερα ήρεμο και εργατικό άνθρωπο, ο οποίος ζει στο Μπεϊτονστόλεν (η κωμόπολη που έγιναν τα γυρίσματα της ταινίας, μαζί με κάποια στην πρωτεύουσα Όσλο), είναι παντρεμένος με την Γκοντρούν κι έχει έναν γιο, τον Ίνγκβαρ, που λείπει για σπουδές στο Όσλο. Είναι 45 ετών και δηλώνει ευτυχισμένος, εργάζεται ως οδηγός εκχιονιστικού μηχανήματος, υπεύθυνος να διατηρεί καθαρό τον δρόμο της περιοχής του. Πρόσφατα ανακηρύχτηκε πολίτης της χρονιάς(!) στο Μπεϊτονστόλεν και περιμένει τη σύνταξη του και μερικά εγγόνια, πάντα κοιτώντας με ασφαλή τρόπο τη ζωή. Τότε, όμως, λαμβάνει ένα τηλεφώνημα που του γνωστοποιεί ότι ο γιος του πέθανε από υπερβολική δόση ηρωίνης. Η θλίψη του μετατρέπεται σε οργή για εκδίκηση και ο Νιλς βρίσκεται ξάφνου στο μέσο ενός πολέμου εμπόρων ναρκωτικών, στον οποίο ο «κόμης» μάχεται την αντίπαλη σερβική μαφία. Ο ειδυλλιακός παράδεισος του Μπεϊτονστόλεν έχει πλέον μετατραπεί σε εμπόλεμη ζώνη...

 Με μια πρώτη ματιά εικάζει κανείς πως πρόκειται για μία ακόμη ιστορία εκδίκησης. Ο πατέρας, σε αντίθεση με τη μάνα που δέχεται μοιρολατρικά το ανακοινωθέν για την αιτία θανάτου του γιου της (ναρκωτικά), δεν το πιστεύει ποτέ παρά είναι βέβαιος πως το παιδί του δολοφονήθηκε και αποφασισμένος να βρει και να τιμωρήσει τους ενόχους, παίρνοντας ουσιαστικά το νόμο στα χέρια του, αφού οι εκκλήσεις του για ενασχόληση των αρχών με την υπόθεση δεν εισακούονται.
Σωστά. Είναι μία ακόμη ιστορία εκδίκησης. Μόνο που ο Μόλαντ μας την αφηγείται εντελώς διαφορετικά από τα τετριμμένα. Και αν ο τίτλος παραπέμπει στον Τριέρ, όλο το φιλμ και μόλις πέσουν οι τίτλοι τέλους σίγουρα θα σκεφτείς τους αδερφούς Κοέν (καταρχάς το Φάργκο και μόνο για το χιονισμένο τοπίο δράσης) και τον Ταραντίνο -μεταξύ άλλων-.
Είναι αυτό το εξαίρετο μαύρο χιούμορ αλλά και η ευαισθησία και αισιοδοξία που αποπνέει, για τους πρώτους, και η ακραία βία, για τον δεύτερο!
Οι με σειρά εξαφάνισης λοιπόν, για να γυρίσουμε στον τίτλο, είναι τα πτώματα που αφήνει πίσω του ο πατέρας τιμωρός (ο μόνος δραματικός χαρακτήρας, μαζί με τη μάνα, όλοι οι υπόλοιποι είναι καθαρά κωμικοί) στον αιματοβαμμένο δρόμο της εκδίκησης. Το ξεκαρδιστικό εύρημα με τις απανωτές νεκρολογίες για τον καθένα είναι επαναλαμβανόμενα αστείο!
Έχοντας ως σύμμαχο μια πανέμορφη φωτογραφία, ο Μόλαντ, με εξαίρετη κινηματογραφική ισορροπία ανάμεσα στο κωμικό στοιχείο και το δραματικό υπόβαθρο της ιστορίας, στήνει το περιπετειώδες εκδικητικό στόρι στα πάλλευκα νορβηγικά τοπία (δημιουργούν μαγευτικά εικαστικά πλάνα), τα οποία ο Νιλς «βάφει» κόκκινα, αλλά φροντίζει πάντα να καθαρίζει με τί αλλο, το εκχιονιστικό του μηχάνημα. Μέχρι να φτάσει στο τέλος της διαδρομής, όπου τον περιμένουν οι δύο «επικεφαλής» του νορβηγικού καρτέλ ναρκωτικών, ο «Κόμης», ένας νεόπλουτος, βετζετέριαν(!), βίαιος, ψυχοπαθής γκάνγκστερ (εντελώς καρικατούρα ο ρόλος του Χάγκεν) και ο σέρβος αρχιμαφιόζος Πάπα (απολαυστικός ο πολύπειρος Μπρούνο Γκανζ), αμφότεροι επικίνδυνοι και φανατισμένοι, για την τελική μονομαχία.
Όσο εξελίσσεται η πλοκή του πνευματώδους σεναρίου και μέχρι το απόλυτα «κοενικό» φινάλε, τόσο ο θεατής έχει αφήσει πίσω του το αγωνιώδες ξεκίνημα του φιλμ (εισαγωγή που παραπέμπει σε βαρύ οικογενειακό δράμα) και παρασύρεται σε μια ξέφρενη φονική μαύρη κωμωδία καταστάσεων με κλιμακούμενη ένταση, αρκετή ειρωνεία, διάχυτο λυρισμό, το παράλογο να αιωρείται (και πάλι Κοέν), «παιχνίδι» με τους θεατές, πολιτικά και κοινωνικά σχόλια (ρατσιστικά στερεότυπα), κάποιους πραγματικά εξαιρετικούς και αιχμηρούς διαλόγους, (αυτο)σαρκασμό, κριτική στο «τέλειο (πάλλευκο) σκανδιναβικό κοινωνικό μοντέλο», την... αιώνια κόντρα εντός της Σκανδιναβίας (Νορβηγία με Σουηδία) αλλά και γενικά Βόρειων-Νότιων και της Ευρώπης (ισχυροί-ανίσχυροι).

 Μία πραγματική κινηματογραφική έκπληξη, αναμφισβήτητα από τις πιο ενδιαφέρουσες ταινίες των τελευταίων μηνών και οπωσδήποτε μία ακόμη απόδειξη του ανεβασμένου εσχάτως σκανδιναβικού σινεμά (η Δανή Σουζάνε Μπιέρ μόνο έχει κάνει καλή δουλειά).

 Βαθμολογία: 7/10

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου