Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2013

No, Pablo Larraín, 2012

 

 Η νέα ταινία του Pablo Larraín (Post Mortem) είναι ένα μάθημα πολιτικής ιστορίας αλλά και μία σάτιρα πάνω στη χρήση του marketing και της διαφήμισης, ως μέσα χειραγώγησης. Σε σενάριο, σκηνοθεσία Pablo Larraín, με τους: Gael García Bernal, Alfredo Castro, Antonia Zegers, Alejandro Goic, Ricardo, Luis Gnecco, Néstor Cantillana.

 Η υπόθεση:
 Το 1988, όταν ο Πινοσέτ ετοιμάζεται για το δημοψήφισμα που θα καθορίσει την προεδρία του στη Χιλή, η αντιπολίτευση αναθέτει σ' ένα νεαρό μαρκετίστα την καμπάνια της.
 O Gael Garcia Bernal υποδύεται έναν παράτολμο νέο, στέλεχος μιας διαφημιστικής εταιρίας που ηγείται της εκστρατείας ‘ΝΟ', εναντίον του Πινοσέτ. Δεκαπέντε χρόνια μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους καθεστωτικούς ο René Saavedra παράλληλα με την δική του μάχη στην προσωπική του ζωή, επιστρατεύει τους πιο δυνατούς όρους μάρκετινγκ και με τη βοήθεια των ακτιβιστών της αντιπολίτευσης καταστρώνουν ένα σχέδιο κι έχουν 27 ημέρες για να το εκτελέσουν σωστά, να υπερισχύσουν στο δημοψήφισμα και να απελευθερώσουν την χώρα τους.
 

 Ο Πάμπλο Λαραΐν, που έγινε γνωστός στη χώρα μας όσο και διεθνώς με το Post Mortem, εδώ, με την 4η μεγάλου μήκους ταινία του, εξετάζει την πολιτική ανατροπή του δικτάτορα Αουγκούστο Πινοσέτ στη Χιλή του 1988, εστιάζοντας σε ένα «απίθανο» γεγονός, όπως είναι αυτό της διαφήμισης και του μάρκετινγκ, τα οποία στάθηκαν αρωγοί στον αγώνα για την ανατροπή του διδακτορικού καθεστώτος!

 Εμμέσως λοιπόν ο Χιλιανός στήνει μία σάτιρα γύρω από το χώρο της διαφήμισης και πώς αυτή μπορεί να επηρεάζει την κοινή γνώμη και να διαμορφώνει καταστάσεις, ακόμη και, όπως βεβαίως συνέβη στην πραγματικότητα, να καταφέρει, μέσω ενός χαζού jingle, να γκρεμίσει μια δικτατορία και μάλιστα από τις πλέον στυγερές στην ιστορία του 20ού αιώνα...

 Βρισκόμαστε στα 1988. Δεκαπέντε χρόνια μετά το πραξικόπημα κατά του Σαλβαδόρ Αγιέντε (από τη CIA και τον Κίσινγκερ επί προεδρίας Νίξον) και τη δολοφονία του πρώην μαρξιστή Προέδρου (και μαζί χιλιάδων Χιλιανών), άπαντες στη Χιλή είναι δυσαρεστημένοι με την πολιτική Πινοσέτ, ακόμη και οι ίδιοι οι υποστηρικτές του. 
 Αποτέλεσμα της γενικής δυσαρέσκειας αλλά και των πιέσεων από το εξωτερικό, είναι το επιτελείο συμβούλων του δικτάτορα να θέσει ένα δημοψήφισμα, στο οποίο ο λαός θα ερωτάται εάν επιθυμεί ή όχι να συνεχίσει η Χιλή με τον Πινοσέτ στο τιμόνι της διακυβέρνησης για ακόμη οχτώ χρόνια.

 Φυσικά, το δημοψήφισμα είναι «στημένο», καθοδηγώντας έτσι το λαό με ψευτοδιλήμματα να «σφραγίσει» την παραμονή του δικτάτορα στον προεδρικό θώκο, για το «καλό» και την «ασφάλεια» της χώρας. Την υποστηρικτική καμπάνια του «ΝΑΙ» αναλαμβάνει το δεξί χέρι του δικτάτορα, Λούτσο Γκάζμαν.

 Τότε, η αντιπολίτευση με επικεφαλής τον Ρενέ Σααβέδρα, ένα θαρραλέο πιτσιρικά, με αμερικανικές ρίζες, φιλόδοξο μαρκετίστα, έμπειρο στο χώρο της διαφήμισης, θα στήσει με πυρετώδεις ρυθμούς μια καμπάνια με κεντρικό φυσικά σύνθημα «ΟΧΙ», ενώ οι αντικαθεστωτικοί μαζί με τη βοήθεια ακτιβιστών θα έχουν μπροστά τους 27 μέρες και 15' καθημερινά, για να πείσουν το χιλιανό λαό για τις φρικαλεότητες του Πινοσέτ, να κερδίσουν τις εκλογές και να οδηγήσουν οι ίδιοι τη Χιλή στην επόμενη μέρα, ελεύθερη.

 Μια μεγάλη μάχη θα ξεσπάσει. Το αστείο; Όχι σε πολιτικό επίπεδο, το οποίο περνάει δεν περνάει καν σε δεύτερη μοίρα, εξαφανίζεται από το παιχνίδι των εντυπώσεων. Γιατί ως τέτοιο θα εξελιχθεί το δημοψήφισμα. Οι δυο πλευρές θα αφήσουν στην άκρη πολιτικοϊδεολογικές πεποιθήσεις και θα «μιλήσουν» στο μυαλό και την καρδιά των πολιτών, χτυπώντας τον αντίπαλο κάτω απ' τη μέση τόσο με την προπαγάνδα όσο και με διάφορα τρικς που τους προσφέρει η χρήση των μίντια.

 Κι ο Λαραΐν, που ήταν μόλις 12 ετών τη χρονιά του δημοψηφίσματος, αναβιώνει ρεαλιστικά τη σκοτεινότερη περίοδο της σύγχρονης ιστορίας της πατρίδας του, υπό το πρίσμα της σάτιρας γύρω από το μάρκετινγκ, τη διαφήμιση και την τηλεόραση, ως μέσα χειραγώγησης των μαζών και προπαγάνδας.

 Ωστόσο ο Χιλιανός κατηγορήθηκε από τους μετέχοντες στην καμπάνια NO συμπατριώτες του, οι οποίοι, μόλις είδαν την ταινία διαμαρτυρήθηκαν στον σκηνοθέτη για την «ήπια αναπαράσταση» των σκληρών πολιτικών αναταραχών. 
 Εντάξει, πιθανώς δεν έχουν άδικο, άλλωστε μόνον εκείνοι αντιμετώπισαν τη φρίκη του δικτάτορα Πινοσέτ όντας μάρτυρες γεγονότων που κανείς δε θα μάθει ποτέ, όμως από την άλλη πλευρά ο Λαραΐν ήταν έντιμος ως προς τις προθέσεις του. Ο ταλαντούχος σκηνοθέτης είχε δηλώσει πως αυτό που ήθελε ήταν να αναβιώσει τις μαύρες πολιτικές στιγμές της Χιλής του Πινοσέτ, χωρίς όμως να κάνει ακόμη μία αντιστασιακή ταινία, αλλά εστιάζοντας σε μία τόσο σημαντική και καθοριστική αν και άγνωστη περίοδο της χιλιανής δικτατορίας. Αυτές δηλαδή τις 27 μέρες, κατά τις οποίες οργανώθηκε, προωθήθηκε και εν τέλει διαδραμάτισε καίριο ρόλο στην ανατροπή του δικτάτορα, μία αντικαθεστωτική καμπάνια.

 Για να παραδώσει τελικά ένα ολοκληρωμένο μάθημα πολιτικής ιστορίας, μακρυά από αντίστοιχες επιτηδευμένες προσπάθειες (Σπίλμπεργκ-Λίνκολν) και αποσπώντας εξίσου ρεαλιστικές ερμηνείες (προεξάρχοντος του Μπερνάλ) να μας χαρίσει -μαζί με το Amour του Haneke- την καλύτερη ξενόγλωσση ταινία της σεζόν και γενικά, μία από τις καλύτερες πολιτικές (και όχι μόνο) ταινίες των τελευταίων χρόνων.  

 Συμμετοχές και βραβεία:
 - Μέσα στις 5 υποψήφιες ταινίες για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας 2013.
 - Βραβείο Κοινού στο 53ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
 - Η ταινία προβλήθηκε στο Δεκαπενθήμερο Σκηνοθετών στο Φεστιβάλ Καννών 2012 και απέσπασε το C.I.C.A.E. Award.
 - Βραβείο Κοινού Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Σάο Πάολο. 

 Βαθμολογία: 8/10

4 σχόλια:

  1. Ειχα αρκετο καιρο να περασω απο εδω αλλα δεν ξεχνω τους μπλοκοφιλους.Ευχομαι να εχεις καλη. φωτεινη εβδομαδα γεμάτη υγεία και χαμογελα!!!!
    Δεν την εχω δει αλλα πρεπει να ειναι εξαιρετικη 8 στα 10 κριτικη;;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ένα αυθεντικό δείγμα πολιτικού σινεμά. Πολυσύνθετο, καυστικό, διεισδυτικό, ρεαλιστικό. Εξαιρετική κινηματογράφηση (ντοκιμαντερίστικη αισθητική και κάμερα στο χέρι), καταπληκτικό μοντάζ, και μια ξεθωριασμένη φωτογραφία που σε μεταφέρει στο κλίμα της εποχής εκείνης (κάτι που αυξάνει την αυθεντικότητά της). Μου θύμισε το “Ζ” του Γαβρά. Σίγουρα μία από τις καλύτερες ταινίες του 2012. Το προτιμώ πολύ περισσότερο από το “Amour”.

    Μου φαίνεται ότι μια τέτοια καμπάνια χρειαζόμασταν κι εμείς για να γλιτώσουμε από το μνημόνιο!

    4/5: Πολύ καλή

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ενταξει, το Amour ειναι κατι εντελως διαφορετικο. Δε συγκρινονται σαν ταινιες, απλως ειναι θεμα γουστου και αισθητικης.
      Το No, πραγματι ειναι σπουδαια πολιτικη σατιρα, με αυθεντικη κινηματογραφηση οπως λες.

      Απο το μνημονιο δε γλιτωνουμε ουτε σε 30 χρονια, γιατι μαλλον ακομη κοιμομαστε ορθιοι!

      Διαγραφή
    2. Σαφώς και είναι διαφορετικές ταινίες και τα συναφή που λες, απλά μιας και ήταν και οι δυο υποψήφιες για το όσκαρ στην ξενόγλωσση κατηγορία, είπα πια προτιμούσα ;).

      Διαγραφή