Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2012

Wild Strawberries (Smultronstället), Ingmar Bergman, 1957

 

  Εν έτει 1957 ο κορυφαίος σουηδός σκηνοθέτης Ingmar Bergman κάνει δύο πραγματικά σπουδαίες ταινίες. Την 7η Σφραγίδα και τις Άγριες Φράουλες. Δύο αριστουργήματα δηλαδή την ίδια χρονιά! Μοναδικό επίτευγμα από έναν κινηματογραφικό Γίγαντα. Εδώ, με τον αυθεντικό τίτλο "Smultronstället" και διεθνώς γνωστό ως "Wild Strawberries", οι Άγριες Φράουλες είναι ένα βαθιά φιλοσοφημένο φιλμ, που θα μπορούσε να σταθεί ως συμπλήρωμα της 7ης Σφραγίδας και το οποίο αναζητά την Αλήθεια πίσω απ' τον Θάνατο. Σε σενάριο - σκηνοθεσία Ingmar Bergman, με τους: Victor Sjostrom, Bibi Andersson, Ingrid Thulin, Gunnar Bjornstrand.

 Η υπόθεση:
 Η ταινία ξεκινά μ' έναν φοβερό εφιάλτη, όπου ο γηραιός καθηγητής Ιατρικής ο οποίος πρόκειται να τιμηθεί από την Ακαδημία για την προσφορά του στην επιστήμη βλέπει, σ' ένα φέρετρο που πέφτει από μια νεκροφόρα και ανοίγει μπροστά του, τον εαυτό του νεκρό ενώ ένα ρολόι, χωρίς δείκτες, «δείχνει» την ώρα του Θανάτου. Ο ηλικιωμένος άνδρας (έξοχα ερμηνευμένος από τον μεγάλο σκηνοθέτη της εποχής του βωβού Βίκτορ Σγιόστρομ), ο οποίος στο βωμό της επιτυχίας και της καταξίωσης, θυσίασε την χαρά της ζωής και τους χυμούς του έρωτα, στεγνώνοντας την ψυχή του, κάνει το τελευταίο του ταξίδι, ταυτόχρονα ξαναζεί τη ζωή του και συμφιλιώνεται με το φόβο του θανάτου.

 Όλα ξεκινούν με τον ηλικιωμένο καθηγητή ιατρικής Borg, κεντρικό ήρωα του φιλμ, να ταράσσεται από έναν εφιάλτη. Δεν είναι λίγο πράγμα να «βλέπεις» τον εαυτό σου νεκρό στο φέρετρο και το χρόνο σου να τελειώνει. όπως «υποδεικνύει» το ρολόι χωρίς δείκτες.

 Ο βετεράνος ιατρός βλέπει τον εφιάλτη παραμονές της βράβευσής του απ' την Ακαδημία για τα 50 χρόνια προσφοράς του στο χώρο της ιατρικής και της Επιστήμης, γενικότερα. Ταραγμένος θα αποφασίσει να ταξιδέψει με το αυτοκίνητο αντί του αεροπλάνου και θα ξεκινήσει πολύ νωρίτερα από την Στοκχόλμη ώστε να φθάσει εγκαίρως στην Λουντ για τη βράβευση.

 Μαζί του, συνοδοιπόρο στο ταξίδι θα έχει τη νύφη του, η οποία νιώθει να ασφυκτιά και θέλει να ξεφύγει τόσο απ' τον άνδρα της (και γιο του γέρου) όσο κι απ' τη μιζέρια της καθημερινότητας.

 Και το ταξίδι αυτό θα μετατραπεί σε ταξίδι ψυχής από τον σπουδαίο σουηδό δημιουργό πίσω απ' την κάμερα και τον εξίσου σπουδαίο Victor Sjostrom, κορυφαίο σκηνοθέτη του βωβού κινηματογράφου και ήδη αναγνωρισμένο εδώ, να ενσαρκώνει με εκπληκτική εσωστρέφεια τον γέρο καθηγητή, έχοντας φυσικά καταθέσει στο παρελθόν διαπιστευτήρια εξαίρετης υποκριτικής.

 Απ' την πρώτη κιόλας στάση, στο πατρικό του, ο ηλικιωμένος άνδρας θα φέρει εμπρός του αναμνήσεις απ' το παρελθόν, οι οποίες ωστόσο δεν εμφανίζονται ως σκιές ή αμυδρά στιγμιότυπα αλλά ως ολοζώντανες εικόνες που συνθέτουν ολόκληρο το πορτρέτο της ζωής του 78χρονου καθηγητή. Εικόνες, οι οποίες έχουν τέτοια δύναμη, τέτοια ζωντάνια και τέτοια έντονα χρώματα, που φωτίζουν τα τελευταία μισοσβησμένα ίχνη της πορείας μιας ολόκληρης ζωής της οποίας το φινάλε πλησιάζει απειλητικά.

 Όλο το ταξίδι, με τους γνωστούς αλλά και άγνωστους ανθρώπους που θα συναντήσει και με τα όνειρα και τις μνήμες να τον συντροφεύουν, θα αποτελέσει επί της ουσίας, παράλληλα με τη διαδρομή που διανύει ο γέρος για να τιμηθεί, τη διαδρομή που θα κάνει μέσα και πίσω στο χρόνο, ώστε να καταλήξει στον προσωπικό του απολογισμό για τη ζωή.

 Κι ο μέγας Μπέργκμαν στήνει με εντυπωσιακή τεχνική, κάποια βουτηγμένα στο λυρισμό πλάνα και «παιχνίδια» με το φωτισμό, το κατεστραμμένο πορτρέτο μιας ζωής που χάθηκε μες στον εγωισμό, ενώ παράλληλα αποτίει φόρο τιμής στον έτερο μεγάλο της σουηδικής και γενικότερα, ξεχωριστής σκανδιναβικής σχολής, Βίκτορ Σγιόστρομ, όχι μόνο δίνοντάς του τον πρωταγωνιστικό ρόλο αλλά κυρίως μέσα απ' την εξπρεσιονιστική απεικόνιση των κάδρων του.

 Ο εγωπαθής καθηγητής κλεισμένος στον εαυτό του και πνιγμένος στην επιστήμη του ξέχασε ουσιαστικά να ζήσει. Ξέχασε να ερωτευτεί, να διεκδικήσει, να παλέψει, να απολαύσει. Έτσι είδε απλώς τη ζωή να περνά από δίπλα του χωρίς καν να το αντιληφθεί. Και τώρα, στα 78 του χρόνια και λίγο πριν παραστεί στη δική του τιμητική βραδιά που όμως μοιάζει «κούφια» δίχως ουσιαστικό αποδέκτη, ένας τρομακτικός εφιάλτης τον αναγκάζει να «ξαναζήσει», μέσα από μνήμες, όνειρα και μακρινές εικόνες όλα εκείνα που άφησε να τον προσπεράσουν.

 Η πραγματικότητα συγχέεται με το όνειρο και το παρόν με το παρελθόν, η νοσταλγία των χαμένων νιάτων αντιπαρατίθεται με την σκιά των γηρατειών, τα ρεαλιστικά στοιχεία του ταξιδιού διακόπτουν τα σουρεαλιστικά στοιχεία των ονείρων, οι χαρές και οι λύπες δεκάδων χρόνων ξεπροβάλλουν μέσα απ' τις θαμπές αναμνήσεις.

 Ο ήρωας, απ' τον εφιάλτη της εναρκτήριας -μαγικής εξπρεσιονιστικής σύλληψης- κιόλας σεκάνς, ακολουθώντας μια διαδρομή επιδίδεται στην αναζήτηση της Εσωτερικής του Αλήθειας. Δεν ψάχνει να βρει απαντήσεις στο Θεό, όπως κάνει ο Μαξ φον Σίντοφ στο δικό του οδοιπορικό στην 7η Σφραγίδα, αλλά στο εσωτερικό της ανθρώπινης ψυχής.
 Η φθορά του χρόνου και η άνευ όρων παράδοση σε αυτήν, που αποτυπώνεται έξοχα απ' τον Σγιόστρομ, θα δώσει τις απαντήσεις με το προδιαγεγραμμένο φινάλε.

 Ένα γλυκόπικρο οδοιπορικό στις αναμνήσεις και τα όνειρα της ανθρώπινης ύπαρξης, μία από τις 10 καλύτερες ταινίες της ιστορίας του κινηματογράφου. Χρυσή Αρκτος Φεστιβάλ Βερολίνου, 1958. Ένα αυθεντικό αριστούργημα.

 Βαθμολογία: 9/10

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2012

Cherry Blossoms, Doris Dörrie, 2008


 «Ανθισμένες Κερασιές», με αυθεντικό τίτλο Kirschbluten - Hanami η κορυφαία στιγμή της γερμανίδας σκηνοθέτιδας Doris Dörrie, το 2008. Μία συμπαραγωγή Γερμανίας, Ιαπωνίας, η τρυφερή αυτή ταινία με ευθεία αναφορά στον Όζου και κλείσιμο του ματιού στους Φελίνι, Κισλόφσκι, με συμμετοχή στο φεστιβάλ του Βερολίνου. Μια πραγματεία για το εφήμερο της ζωής, την αγάπη και το «τέλος». Σε σενάριο - σκηνοθεσία Doris Dörrie με τους: Elmar Wepper, Hannelore Elsner, Aya Irizuki, Maximilian Bruckner, Nadja Uhl, Birgit Minichmayr.

 Η υπόθεση:
 Μόνο η Τρούντι (Χανελόρε Έλσνερ) ξέρει πως ο άντρας της είναι ανίατα άρρωστος και ετοιμοθάνατος. Αποφασίζει να μην του το ανακοινώσει. Οι γιατροί της προτείνουν να κάνει ένα όμορφο ταξίδι μαζί του, να πραγματοποιήσουν κάτι που ονειρεύονται. Ο Ρούντι είναι ένας καλός, απλός, προβλέψιμος άντρας. Αγαπιούνται. Όταν η γυναίκα του τού προτείνει να πάνε στην Ιαπωνία, όπου ζει ο μικρός τους γιος, και να δουν από κοντά την κορυφή του Φουτζιγιάμα, εκείνος την βρίσκει υπερβολική. Τελικά, καταφέρνει να τον πείσει να ταξιδέψουν στο Βερολίνο όπου ζει ο μεγάλος τους γιος με την οικογένειά του και η κόρη τους. Εκεί καταλαβαίνουν ότι τα παιδιά τους είναι τόσο απασχολημένα με τις δικές τους ζωές, που δεν τους περισσεύει χρόνος για τους γονείς. 

 Η Doris Dörrie, σημαντική γερμανίδα σκηνοθέτιδα με πολύχρονη καριέρα πίσω απ' την κάμερα, εν έτει 2008 έφθασε στην πιο ώριμη στιγμή της χαρίζοντάς μας ένα πολύ όμορφο, τρυφερό και συγκινητικό φιλμ. Οι «Ανθισμένες Κερασιές» με εμφανή αναφορά στον σπουδαίο Γιασουχίρο Όζου και το υπέροχο «Ταξίδι στο Τόκιο» είναι μια εντυπωσιακά λιτή πραγματεία πάνω στο εφήμερο της ζωής, την αληθινή αγάπη και το προδιαγεγραμμένο φινάλε. Όλα αυτά με φόντο το σύγχρονο Τόκιο ως μεγαλούπολη - σύμβολο αποξένωσης των οικογενειών και αλλοτρίωσης των παραδοσιακών αξιών.

 Όλα ξεκινούν από μια διάγνωση. Αφορά σε ανίατη ασθένεια του Ρούντι, μη αναστρέψιμη μορφή καρκίνου, μόνο που τα μαντάτα λαμβάνει η σύζυγός του, Τρούντι. Η οποία, μετά κι από παρότρυνση των γιατρών, αποφασίζει να πραγματοποιήσουν οι δυο τους ένα μεγάλο ταξίδι, να επισκεφθούν μετά από χρόνια τα παιδιά τους, να φτάσουν μέχρι τη θάλασσα, να ζήσουν μια «περιπέτεια», λίγο πριν έρθει το πλήρωμα του χρόνου, για το οποίο φυσικά ο Ρούντι δεν έχει ιδέα...

 Ωστόσο τα προβλήματα μόλις άρχισαν για το ηλικιωμένο ζεύγος. Μόλις γεμάτοι χαρά και προσμονή αντικρύσουν τα παιδιά τους στο Βερολίνο, θα αντιληφθούν πως στις ζωές τους και τη γεμάτη υποχρεώσεις καθημερινότητά τους δεν υπάρχει χώρος για εκείνους. Παγιδευμένοι στη σύγχρονη καθημερινότητα της ασφυκτικής μεγαλούπολης αλλά κι εγκλωβισμένοι στις ψευδαισθήσεις της προσωπικής τους ζωής νιώθουν πλέον εντελώς ξένοι κι αποκομμένοι απ' τους ανθρώπους που τους μεγάλωσαν. Με εμφανή απογοήτευση μετά την αποδόμηση της οικογένειας οι ηλικιωμένοι γονείς θα συνεχίσουν το ταξίδι τους. Επόμενος σταθμός η θάλασσα, στη Βαλτική. Όμως εκεί, το εφήμερο της ζωής κρύβει μια αναπάντεχη, σκληρή δοκιμασία. Μία ανατροπή που θα φέρει τα πάντα τούμπα στον Ρούντι, ο οποίος, όντας ήρεμος, μοναχικός και βρίσκοντας σε ολόκληρη τη ζωή του την ευτυχία στην απλή καθημερινή συντροφιά της Τρούντι, θα πρέπει ευρισκόμενος στο Τόκιο πια, να αλλάξει, έστω στο βαθμό που μπορεί, τόσο για τον ίδιο, για να εξερευνήσει ουσιαστικά τον εαυτό του πάνω στο φινάλε της διαδρομής του, αλλά κυρίως, για τη μνήμη της αγαπημένης του γυναίκας.
 Εκεί μάλιστα, αποκομμένος κι απ' τον άλλο γιο θα βρει συντροφιά στο πρόσωπο μιας νεαρής Γιαπωνέζας, την υποδύεται η γλυκύτατη Aya Irizuki (σα χαρακτήρας θυμίζει την Gulietta Masina απ' το La Strada του Fellini), η οποία θα τον μυήσει στα μυστικά του Butoh, ένα μοντέρνο ντόπιο χορό που λάτρευε και είχε απωθημένο η Τρούντι. Μαζί, με ένα χάσμα να τους χωρίζει, από διαφορά ηλικίας μέχρι συνήθεις και συμπεριφορά, θα μοιραστούν ένα σωρό πράγματα και συναισθήματα και θα έρθουν κοντά, έστω κι αν οριακά καταφέρνουν να συνεννοηθούν, χάρη στην αγάπη τους για τη ζωή αλλά και βοηθούμενοι από τη μνήμη προς ένα αγαπημένο πρόσωπο έκαστος.

 Ξεκινώντας απ' το σενάριο, αυτή η απλότητα κερδίζει μεμιάς το θεατή, καθώς τα στόρι ξετυλίγεται με τη γνωστή γερμανική λιτότητα, όμως κάθε σεκάνς και κάθε διάλογος είναι πέρα για πέρα ουσιαστικά πετυχαίνοντας μάλιστα τον σκοπό της Dörrie, που είναι όχι να εκμαιεύσει τη συγκίνηση αλλά να αγγίξει την ψυχή ακόμη και του πλέον ώριμου ή ψυχρού θεατή.
 Άλλωστε το σενάριο με το λιτό ύφος, τους συμβολισμούς και τις ανατροπές αποτελεί το ατού αυτού του φιλμ, μιας και η σκηνοθεσία κυμαίνεται σε μέτρια επίπεδα. Όλα τα λεφτά λοιπόν, το στόρι.
 Στη συνέχεια έχουμε έναν υπέροχο Elmar Wepper, ο οποίος ερμηνεύει με απαράμιλλη εκφραστικότητα και γλυκύτητα τον ήσυχο, παγιδευμένο στην ρουτίνα του Ρούντι, ο οποίος στο φινάλε αφήνει επιτέλους εαυτόν να εκφραστεί, σταματάει να αυτοκαταπιέζεται και βγάζει από μέσα του όλη την κρυμμένη χάρη και ομορφιά χαρίζοντας ίσως έτσι το σημαντικότερο δώρο στον ίδιον. Να ανθίσει δηλαδή, σαν τις κερασιές..

* Οι ανθισμένες κερασιές είναι σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής στην Ιαπωνία. Πρόκειται για την έναρξη της άνοιξης, όπου φυσικά ανθίζουν τα δέντρα και τα λουλούδια και συμβολίζουν τη γέννηση της ίδιας της ζωής. Συγκεκριμένα το άνθος της κερασιάς έχει τη συμβολική σημασία του εφήμερου και παροδικού της ζωής. Η εποχή αυτή ονομάζεται "hanami" και σημαίνει «κοίτα τα λουλούδια», δηλαδή αυτή την ιδιαίτερη ποικιλία κερασιάς της χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου.

 Βαθμολογία: 7,5/10

Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2012

Häxan, Benjamin Christensen, 1922

 

 Με τον ελληνικό τίτλο «Η Μαγεία μέσα στους Αιώνες» η ταινία "Häxan" -συναντάται και με τον αγγλικό τίτλο "Haxan: Witchcraft Through The Ages"- είναι ένα θρυλικό φιλμ του βωβού κινηματογράφου, που πραγματεύεται την ιστορική διαδρομή της μαγείας. Σε παραγωγή Σουηδίας/Δανίας, σενάριο και σκηνοθεσία Benjamin Christensen, με τους: Benjamin Christensen, Elisabeth Christensen, Maren Pedersen κ.ά.

 Η υπόθεση:
 Μια πραγματεία πάνω στη μαγεία, την τρέλα και τον δαιμονισμό, γυρισμένη υπό μορφή ελεύθερου δοκιμίου, όπου καταγγέλλεται ο σκοταδισμός του Μεσαίωνα και οι πρακτικές της Ιεράς Εξέτασης, ενώ στο τελευταίο μέρος γίνεται παραλληλισμός ανάμεσα στη δαιμονολογία και την υστερία υπό το φως της ψυχιατρικής επιστήμης.

 Ο γεννημένος στο Βίμποργκ της Δανίας Benjamin Christensen δημιουργεί ένα φιλμ - μύθο στην ιστορία του βωβού κινηματογράφου, όταν εν έτει 1922 (σημαντικότατη χρονιά για το σινεμά, καθώς έχουμε και το αριστούργημα του Φρίντριχ Μουρνάου Νοσφεράτου, μια συμφωνία τρόμου) αποφασίζει να πραγματευτεί την «τέχνη» της μαγείας και την ιστορική διαδρομή της ανά τους αιώνες, περνώντας απ' τη βόρεια Ευρώπη αλλά δίνοντας βάση στο Μεσαίωνα, όπου και ασκεί δριμύ κριτική στον τρόπο λήψης αποφάσεων των διαβόητων ιεροεξεταστών

 Το όλο -σπουδαίο- εγχείρημα αναπτύσσεται σαν δοκίμιο, σε ντοκουμεταρίστικο ύφος, ενώ να σημειωθεί πως η γλώσσα είναι τα δανέζικα, όπως επίσης στη Δανία έγιναν τα γυρίσματα, αν και η χρηματοδότηση της ταινίας έγινε με σουηδικές κορώνες (το νόμισμα της εποχής).

 Ο Christensen, ο οποίος ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το θέμα της μαγείας, κάτι που καταδεικνύεται κι από τις επόμενες ταινίες της φιλμογραφίας του (το Häxan είναι μόλις η 3η του), για να ολοκληρώσει το εν λόγω φιλμ χρειάστηκε να προχωρήσει σε... κυνήγι μαγισσών. 
 Συγκεκριμένα μελέτησε το διαβόητο "Malleus Maleficarum", ένα χείριστης προπαγάνδας εγχειρίδιο που γράφτηκε το 1487 στη Γερμανία από δύο καθολικούς ιεροεξεταστές, σύμφωνα με το οποίο οι μάγισσες είναι υπαρκτές, είναι βοηθοί του Διαβόλου και είναι στην πλειονότητά τους γυναίκες, ως πλάσματα λιγότερο έξυπνα και πιο αδύναμα απ' τους άνδρες, ώστε να ξεγελιούνται πιο εύκολα απ' το Σατανά. Ακόμη, περιγράφονται τρόποι εντοπισμού αλλά και εξόντωσης των «μαγισσών», σε ένα εγχειρίδιο που αποτέλεσε τη βάση εξέτασης πολλών «κατηγορουμένων» σε δικαστήρια ανά την Ευρώπη, οι οποίοι, όντας αθώοι φυσικά, θανατώθηκαν με την κατηγορία -τί άλλο- της εξάσκησης μαγείας..

 Και μέσω της μελέτης αυτής ο Δανός, που τοποθετείται ξεκάθαρα κατά της ύπαρξης μαγισσών, τελετών μαύρης μαγείας και δαιμονοποίησης, μελετά το πώς οι οφειλόμενες στην άγνοια και ημιμάθεια προλήψεις και η λανθασμένη προσέγγιση και παρερμηνεία των -κυρίως- ψυχικών ασθενειών, οδηγούν στις ψυχικές διαταραχές και εν τέλει στο περιβόητο κυνήγι μαγισσών.
 Επικεντρώνεται δε, στην υστερία, υποπίπτοντας πιθανώς στο μοναδικό του λάθος, καθώς καυτηριάζει τα πορίσματα των ψυχαναλυτών και τις μεθόδους θεραπείας των ψυχικά άρρωστων ανθρώπων, όπως ο εγκλεισμός τους σε κλινικές τον οποίο τοποθετεί στο ίδιο ζύγι με το πόρισμα των ιεροεξεταστών για την «κάθαρση» των «δαιμονισμένων» στην πυρά..

 Με πραγματικά πανέμορφα πλάνα, εντυπωσιακές και πρωτοποριακές σκηνές για την εποχή (το φιλμ έτυχε αποθεωτικής υποδοχής στη Σκανδιναβία (η πιο ακριβή παραγωγή έως τότε), όμως απαγορεύτηκε στις ΗΠΑ για προβολή γυμνού, αλλά και σκληρών και σεξουαλικής έξαψης σκηνών), χωρισμένο σε 7 μέρη διάρκειας 15' περίπου το καθένα και γυρισμένο ως ντοκιμαντέρ αλλά και με έντονα στοιχεία μυθοπλασίας, με κωμικές στιγμές αλλά και έντονα δραματικές, κάτι που κατατάσσουν το "Häxan" μεταξύ των καλύτερων ταινιών τρόμου όλων των εποχών (βρίσκεται στο προσωπικό αγαπημένο Top-10 ταινιών τρόμου του Guillermo del Toro), με εξπρεσιονιστικό στυλ, με τον ίδιο τον σκηνοθέτη στο ρόλο του Σατανά, με εμφανείς επιρροές από πίνακες διάσημων καλλιτεχνών, με σουρεαλιστικές πινελιές, βασισμένη σε επιστημονικές πηγές, αν και δυστυχώς λογοκρίθηκε σε σημαντικό βαθμό (τουλάχιστον, αν και πετσοκομμένη, ευτυχώς κυκλοφόρησε), με προβολές στο σκοτάδι (σπάνιο για την εποχή) ώστε οι ηθοποιοί να νιώθουν το απαραίτητο δέος και με τη χρήση σλάιντς(!) -κυκλοφόρησε το 1967 μια ομιλούσα βερσιόν του αυθεντικού φιλμ διάρκειας 76' και με αφήγηση αντί λεζαντών- και μια παρέλαση κάθε μορφής, σχήματος και όψης δαιμόνων, το "Häxan", αυτό το ιδιότυπο γοτθικό αριστούργημα κερδίζει δικαίως μια θέση μέσα στις σημαντικότερες ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου.

 Βαθμολογία: 8/10

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

Νύχτες Πρεμιέρας: Graceland, Ron Morales, 2012

 

 Απ' τις καλύτερες ταινίες που παρακολουθήσαμε στο φετινό φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας», το Graceland, έρχεται από τις Φιλιππίνες για να αποτελέσει αναμφισβήτητα την κινηματογραφική έκπληξη της χρονιάς. Σε σκηνοθεσία Ron Morales με τους: Arnold Reyes, Menggie Cobarrubias, Dido de La Paz, Leon Miguel, Ella Guevara.

 Η υπόθεση:
 Δύο κοπέλες - το βλαστάρι ενός διεφθαρμένου πολιτικού που αποπλανεί κοριτσάκια και η κόρη του φτωχού οδηγού του - απάγονται από αγνώστους που ζητούν λύτρα. Το ανατριχιαστικό μυστικό που καιροφυλακτεί στο φινάλε αυτού του εξαιρετικού θρίλερ ανατρέπει τα πάντα και σε υποχρεώνει να θες να ξαναδείς την ταινία από την αρχή.

 Ο οικογενειάρχης Μαρλόν είναι ο οδηγός του Μανουέλ Τσανγκ, ενός διεφθαρμένου πολιτικού. Καθώς αυτός και η κόρη του συντροφεύουν τη μικρή κόρη του Τσανγκ σπίτι της, δέχονται επίθεση και η κόρη απαγάγεται. Από δω και πέρα, η ζωή του Μαρλόν γίνεται εφιάλτης και καθώς τα γεγονότα φέρνουν το ένα το άλλο, βρίσκεται διαμέσου ενός τρομακτικού κυκλώματος κι ενός παιχνιδιού απάτης και προδοσίας

 Ο Ρον Μοράλες μας είχε συστηθεί πριν από τέσσερα χρόνια με το ενδιαφέρον Santa Mesa, όμως εδώ κάνει το «μπαμ», με το Graceland, ένα δυνατό θρίλερ απαγωγής, που μας ταξιδεύει στους «σκοτεινούς» δρόμους της Μανίλα, πρωτεύουσα και δεύτερη πολυπληθέστερη πόλη των Φιλιππίνων.

 Πρωταγωνιστής λοιπόν ο Μαρλόν, ένας ήσυχος οικογενειάρχης, ο οποίος εργάζεται ως προσωπικός σοφέρ, εδώ και πολλά χρόνια, του πολιτικού, μέλους του Κογκρέσου, Μανουέλ Τσανγκ. Ωστόσο μία άλλη «υποχρέωση» που έχει προς το διεφθαρμένο αφεντικό του, είναι να τον προμηθεύει με ανήλικα εκδιδόμενα κορίτσια, με τα οποία ο τελευταίος εκπληρώνει τα αρρωστημένα βίτσια του. Η μητέρα ενός εξ αυτών θα ξεσκεπάσει το σκάνδαλο, ο Μάρλον θα απολυθεί και αμέσως μετά αδίστακτοι απαγωγείς θα αρπάξουν τις κόρες των Τσανκ και Μαρλόν για λύτρα. Οι υποψίες του πολιτικού, αλλά και της αστυνομίας θα στραφούν στον Μαρλόν, ο οποίος θα κάνει τα πάντα για να σώσει την κόρη του, αλλά και να βοηθήσει την άρρωστη και κλινήρη γυναίκα του.

 Αυτό που ακολουθεί είναι ένα εξαιρετικό σε εξέλιξη θρίλερ, κινούμενο στους κακόφημους δρόμους των Φιλιππίνων, όπου δρουν μαφιόζοι και διάφορα κυκλώματα, ενώ «ανθεί» η παιδική πορνεία. Καλογυρισμένο με πολλές δυνατές σκηνές, συνεχείς αποκαλύψεις για όλους, που θα φέρουν τους χαρακτήρες προ των ευθυνών τους, απάτες, προδοσίες και εκδίκηση εμφανίζονται και δεν καθιστούν αθώο κανέναν. 
 Για να έρθει και μια ανατροπή στο φινάλε, ως απόδοση «δικαιοσύνης» στο κλείσιμο αυτού του κατάμαυρου (λόγω ατμόσφαιρας και συνθηκών) ή κατακόκκινου (λόγω λουτρού αίματος) φαύλου κύκλου.

 Απ' τα πλέον δυνατά θρίλερ των τελευταίων χρόνων και μία εκ των κορυφαίων ταινιών στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας».

 Βαθμολογία: 8/10