Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2011

L' uomo delle stelle, Giuseppe Tornatore, 1995


 «Ο άνθρωπος των αστεριών» είναι μεταφρασμένη στα ελληνικά, ως "The Star Maker" (αγγλικός τίτλος) όμως είναι ευρέως γνωστή, αυτή εδώ η ταινία του Giuseppe Tornatore, Ιταλού σκηνοθέτη του μαγευτικού και πολύ αγαπημένου "Cinema Paradiso" και των πολύ καλών "The Legend of 1900", "Malena", "A pure Formality".

 Η υπόθεση της ταινίας:
 Ο Τζο «Ντοτόρε» Μορέτι γυρνάει από χωριό σε χωριό με μια κάμερα κάνοντας δοκιμαστικά για στούντιο της Ρώμης. Όμως, ο «Ντοτόρε» είναι απατεώνας και χρεώνει κάτι λίγα για κάθε δοκιμαστικό υποσχόμενος καριέρα στο σινεμά. Μια από τις πελάτισσες, η Μπεάτα, θα τον ερωτευτεί και η κατάληξη θα είναι τραγική.

 Στην χρυσή εποχή του κινηματογράφου, όλοι ονειρεύονται να γίνουν αστέρι. Ένας άντρας υπόσχεται να κάνει όλα τα όνειρα αληθινά…

 Πάνω στο φαινομενικά απλό αυτό concept είναι βασισμένο το σενάριο, υπογεγραμμένο από τον Tornatore μαζί με τον Fabio Rinaudo.

 Βρισκόμαστε λοιπόν στις αρχές της δεκαετίας του 1950, όπου ο Τζόε Μορέλι, μικροαπατεώνας από τη Ρώμη, γυρίζει με το αυτοκίνητό του στην ύπαιθρο της Σικελίας και "χτυπάει" κορόιδα. Συγκεκριμένα απευθύνεται στους ανυποψίαστους και αγράμματους ανθρώπους του ιταλικού Νότου και τάζει λαμπρή καριέρα στο σινεμά παρουσιάζοντας εαυτόν ως εκπρόσωπος μεγάλων κινηματογραφικών στούντιο και παίρνοντας 1500 λιρέτες από τον καθένα για ένα δοκιμαστικό.

 Ο Sergio Castellitto, σε ένα από τους καλύτερους ρόλους της καριέρας του, υποδύεται τον "Ντοτόρε" Μορέλι, τον πρωτευουσιάνο απατεωνίσκο, που δημιουργεί φρούδες ελπίδες και ψεύτικα όνειρα στους κατοίκους των φτωχογειτονιών της Σικελίας. Σε ανθρώπους που απλώς, αγαπούν το σινεμά και το μόνο που επιθυμούν είναι να λυτρωθούν από τη μιζέρια και την ανέχεια του Νότου. Κάτι που θα προσπαθήσουν να πετύχουν με οποιοδήποτε κόστος ονειροπολώντας τα μεγαλεία που τους υποσχέθηκε ο "Δόκτωρ Απάτη".

 Είναι όμως (ο Μορέλι) καλοκάγαθος άνθρωπος και η κάμερά του μπορεί και βγάζει την ειλικρινή πλευρά των ανθρώπων, όπως για παράδειγμα τα τραύματα ενός στρατιώτη, τη διαμαρτυρία μιας γυναίκας που τη θεωρούσαν πόρνη, ενός αστυνομικού που λατρεύει την ποίηση...

  Είναι η εποχή που το σινεμά ακμάζει μεν, αλλά το παραμερίζει κάπως η τηλεόραση. Ακόμη το φιλμ περιέχει βιογραφικά στοιχεία μιας και ο Τορνατόρε γεννήθηκε στη Σικελία, την ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής παρουσιάζει έξοχα και με έντονη νοσταλγία ο σκηνοθέτης.

 Η κωμικοδραματική ηθογραφία αναπτύσσεται έξοχα από τον Τορνατόρε, ενώ τόσο η υπέροχη μουσική του μετρ Ένιο Μορικόνε όσο και η πανέμορφη φωτογραφία του Ντάντε Σπινέτι προσδίδουν μεγαλύτερη αξία στην ταινία.

 Ένα γλυκόπικρο φιλμ, αφιερωμένο στη μεγάλη αγάπη του σκηνοθέτη, το Σινεμά.

 Στο αξέχαστο «Σινεμά ο Παράδεισος» ο Τορνατόρε ύμνησε το σινεμά, τον έρωτα και εν τέλει τη ζωή. Εδώ, κάνει το ίδιο, μόνο που ντύνει στο στόρι με τον δραματικό μανδύα της απόγνωσης, απόρροια του έρωτα της Μπεάτα προς το Μορέλι, με το σχετικά προβλέψιμο αλλά σε κάθε περίπτωση σκληρό, σπαρακτικό φινάλε..

 Η ταινία κέρδισε πάρα πολλά βραβεία (ειδικά ιταλικά) με σημαντικότερο το ειδικό βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ της Βενετίας, ενώ ήταν υποψήφια και για Oscar καλύτερου ξενόγλωσσου φιλμ.

 Βαθμολογία: 7/10

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2011

Uncle Boonmee Who Can Recall His Past Lives, Apichatpong Weerasethakul, 2010


 Ο "θείος" από την Ταϊλάνδη με το απίθανο όνομα Απίτσατπονγκ Ουερασεθακούλ(!) θριαμβεύει στις Κάννες με το "Lung Boonmee Raluek Chat" (αυθεντικός τίτλος) κερδίζοντας το Χρυσό Φοίνικα παρακαλώ (με πρόεδρο βέβαια τον κορυφαίο παραμυθά, Τιμ Μπάρτον), στο διαγωνισμό του 2010. Ένα φιλμ ήρεμο, αφαιρετικό, υπνωτικό, υποβλητικό.

 Η υπόθεση της ταινίας:
 Υποφέροντας από οξεία νεφρική ανεπάρκεια, ο θείος Μπούνμι αποφασίζει να περάσει τις τελευταίες του μέρες περιτριγυρισμένος από τα αγαπημένα του πρόσωπα στην εξοχή. Κατά έναν περίεργο τρόπο, το φάντασμα της εκλιπούσης συζύγου του εμφανίζεται για να τον φροντίσει, ενώ ο από καιρό εξαφανισμένος γιος του επιστρέφει με μη ανθρώπινη μορφή. Καθώς αναλογίζεται τι προκάλεσε την αρρώστια του, ο Μπούνμι ξεκινά με την οικογένειά του ένα οδοιπορικό μέσα στη ζούγκλα, με προορισμό μια μυστηριώδη σπηλιά – γενέτειρα της πρώτης του ενσάρκωσης...

 Ο ταλαντούχος σκηνοθέτης από την Ταϊλάνδη είναι εξ αρχής σαφής και ειλικρινής απέναντι στο κοινό, το οποίο και καλεί να τον ακολουθήσει στο δίχως αντίρρηση μαγευτικό ταξίδι στην παραμυθένια ιστορία της ανατολίτικης χώρας του και να αφεθεί ολοκληρωτικά στην θεσπέσια εμπειρία που του προσφέρει, χωρίς να κουράζει τις σκέψεις του σε αναλυτικά και ερμηνευτικά μονοπάτια γύρω από το -κατά σημεία κουραστικό και επιτηδευμένο- φιλμ.

 Ο θείος Μπούνμι, το βασικό πρόσωπο της ταινίας, γνωρίζει ότι του απομένουν λίγες μέρες (αυτής της) ζωής και παρέα με τους κοντινούς του ανθρώπους αλλά και τις "περίεργες" επισκέψεις της νεκρής συζύγου του και του από παλιά χαμένου γιου του, φέρνει εις μνήμην τις προηγούμενες ζωές του. Και ο Ουερασεθακούλ με κύρια θεματική τον ανιμισμό (δόγμα που μελετά και υποστηρίζει ότι τα πράγματα έχουν ψυχή) μας ταξιδεύει στους μύθους της Ταϊλάνδης μέσα από τις ατελείωτες ζούγκλες και με όχημα τις εξωκοσμικές αναζητήσεις του ανθρώπου και συγκεκριμένα τη μετενσάρκωση και τους νεκροζώντανους οργανισμούς.

 Το σενάριο, το οποίο υπογράφει επίσης ο Ουερασεθακούλ, είναι μια ιδέα από το βιβλίο ενός μοναχού με τίτλο «A man who can recall past lives» και απίθανες εμπειρίες του γερο-Μπούνμι και άλλων ανθρώπων, αρχικά έλεγε ξεκάθαρα ποιες ήταν και ποιες όχι οι προηγούμενες ζωές του Μπούνμι. Όμως τελικά ο σκηνοθέτης αποφάσισε να εκπλήξει το κοινό και να αφήσει τη φαντασία του καθενός να βρει(;) τις απαντήσεις!
 Εκ πρώτης σκέψεως θα πει κανείς ότι ο θείος Μπούνμι ήταν ο ταύρος, στην αρχή της ταινίας, ο μοναχός, ο στρατιώτης, ο γορίλας, η πριγκίπισσα στη συνέχεια, ομοίως το γατόψαρο στην φανταστική αυτή σκηνή ή ακόμη, όπως σημειώνει κι ο σκηνοθέτης, κάποιο ζωύφιο, μέλισσα κλπ. Και γιατί όχι ο χαμένος γιος (Πίθηκος) ή η γυναίκα (Φάντασμα) του θείου.

 Με αυτόν τον τρόπο αλλά και τις εντυπωσιακές, γεμάτες συμβολισμούς εικόνες ο Ταϊλανδός διεγείρει τη φαντασία ενώ παράλληλα "παίζει" με τους λαϊκούς μύθους, τη μετενσάρκωση, τα πνεύματα και τα νεκροζώντανα πλάσματα.

 Μία δυνατή οπτική εμπειρία, ένα μαγευτικό νατουραλιστικό ταξίδι στα βάθη της Ταϊλάνδης, με γνώμονα τη μυθολογία και τις θεωρίες μετενσάρκωσης και ανιμισμού, σαν παραμύθι. Ονειρικό, λυρικό, ποιητικό, εκθαμβωτικό. Ο πλέον special Φοίνικας των Καννών τα τελευταία χρόνια. Κινηματογραφική εμπειρία, δίχως συμβατές νόρμες, βαθιά σινεφιλική από τις λίγες!

 Προσοχή όμως! Τα όσα ακούγονται δεξιά κι αριστερά περί Ταρκόφκσι είναι -το λιγότερο- άστοχα. Αυτό βέβαια δεν ακυρώνει τους διάχυτους συμβολισμούς και τις μαγευτικές εικόνες της φύσης, που προσφέρει αυτό το έτσι κι αλλιώς ξεχωριστό φιλμ, το οποίο όμως δεν θέτει ερωτήματα και δε βασανίζει τη σκέψη του θεατή με προτροπές για υπεραναλύσεις, κάτι που κακώς προσπαθούν από μόνοι τους να κάνουν αρκετοί κριτικοί στη χώρα μας.
 Δείτε το και απλώς αφεθείτε στη μαγεία ενός ακόμη ταλαντούχου Ανατολίτη σκηνοθέτη.

 Βαθμολογία: 7,5/10

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

Santa Sangre, Alejandro Jodorowsky, 1989


 Ο σουρεαλιστικός, ψυχεδελικός και αρρωστημένος κόσμος του Χιλιανού πολύπλευρου καλλιτέχνη Αλεχάντρο Γιοντορόφσκι (Alejandro / Alexandro Jodorowsky) απλώνεται -και- στο "Santa Sangre", που στα ελληνικά έμεινε «Σάντα Σάνγκρε» ενώ θα το βρείτε και ως "Holy Blood" (αγγλικός τίτλος), στην όχι τόσο εγκεφαλική αλλά σίγουρα πιο βατή ταινία της φιλμογραφίας του.

 Η υπόθεση της ταινίας:
 Ένας νεαρός άντρας μπαίνει σε ψυχιατρική κλινική. Μέσω φλάσμπακ, μαθαίνουμε ότι έχει παιδικά τραύματα, από τότε που αυτός και η οικογένειά του δουλεύανε σε τσίρκο. Τότε ο πατέρας του έκοψε τα χέρια της μητέρας του, φανατική αρχηγό της αιρετικής εκκλησίας του Santa Sangre, και μετά αυτοκτόνησε. Τώρα ο νεαρός δραπετεύει και βρίσκει την μητέρα του, που δεν έχει χέρια, και ενάντια στη θέλησή του, αντικαθιστά τα χέρια της, και μαζί ξεκινούν μια εκστρατεία φόνου και εκδίκησης.

 Η ιστορία ενός νεαρού που σκοτώνει από κληροδότημα της χωρίς χέρια(!) μητέρας του ξεκινάει ως θρίλερ τρόμου και εξελίσσεται σε σπλάτερ (η βία ασταμάτητη και το αίμα άφθονο), για να καθιερωθεί ως το απόλυτο cult φιλμικό δημιούργημα του εκκεντρικού και αυστηρά σινεφιλικού Alejandro Jodorowsky.


 Όμως τα φιλμ του Χιλιανού δεν κατηγοριοποιούνται καθώς δεν ακολουθούν συνηθισμένη δομή και ανάπτυξη, δεν υπακούν σε κινηματογραφικούς κανόνες και νόρμες, αλλά αντίθετα αποτελούν ένα ολότελα διαφορετικό σύμπαν: απ' τη μία αλλόκοτο, βίαιο, αιματηρό, προκλητικό, νοσηρό, δυσκολοχώνευτο και από την άλλη ιδιαίτερο, ψυχολογικό, εντυπωσιακό, εγκεφαλικό, σουρεαλιστικό, ατμοσφαιρικό, γοητευτικό.


 Ένα σύμπαν, με το οποίο ήρθαμε για πρώτη φορά σε επαφή στο "Fando and Lis", όπου ο σκηνοθέτης έβαλε το στίγμα του για τη συνέχεια, ενώ αργότερα απολαύσαμε το αριστουργηματικό σουρεαλιστικό γουέστερν "El Topo", του 1971, για να ακολουθήσει το παρανοϊκό "Holy Mountain", πριν το "Santa Sangre", το 1989.

 Τα παραπάνω επιβεβαιώνει ο ίδιος ο σκηνοθέτης με την περίφημη ατάκα του «Οι περισσότεροι σκηνοθέτες κάνουν ταινίες με τα μάτια τους. Εγώ τις κάνω με τα αρχίδια μου», επιδεικνύοντας ισχυρή δόση μεγαλομανίας και ναρκισσισμού.


 Εδώ συγκεκριμένα, στην ομολογουμένως πιο βατή ταινία του, ο Χιλιανός αναπτύσσει μία αλληγορία. Ξεκάθαρα το "Santa Sangre" αναπαριστά στο σύνολό του τον εσωτερικό κόσμο, το "εντός" του πρωταγωνιστή, τον οποίο υποδύεται αρχικά ο μεγάλος γιος (Axel Jodorowsky) και εν συνεχεία ο μικρότερος (Adan) του σκηνοθέτη!


 Σε δεύτερη όμως ανάγνωση παρατηρούμε διάχυτους συμβολισμούς σε ολόκληρο το φιλμ. Μέσα από τους οποίος ο Γιοντορόφσκι απλώνει τις σκέψεις του, μοιράζεται τα συναισθήματά του, τοποθετείται επί των θεμάτων που τον απασχολούν.


 Περνώντας στο story του "Santa Sangre" θα ήθελα μονάχα να σημειώσω ότι πηγή έμπνευσης και μόνο για τον Γιοντορόφσκι αποτέλεσε η αληθινή ιστορία ενός Μεξικανού serial killer, ονόματι Gregorio Cárdenas. Δηλαδή ο αθεόφοβος απλώς εμπνεύστηκε από μία λίγο πολύ συνηθισμένη ιστορία (καταναλώνοντας βεβαίως άπειρες ψυχοτρόπες ουσίες) για να κάνει τη συγκεκριμένη ταινία. Δεν βασίστηκε σε αληθινά γεγονότα και δεν περιγράφει αληθινά γεγονότα!

 Περαιτέρω ανάλυση του σεναρίου (το υπογράφει ο ίδιος ο Jodorowsky) όχι μόνο δεν είναι αναγκαία αλλά δεν υπάρχει κάτι να προσθέσεις παρά να αφεθείς στο μαγευτικό κόσμο του Σάντα Σάνγκρε, αλλά και να αντιπαραθέσεις τις δικές σου απόψεις στα θέματα που τόσο εύστοχα και συμβολικά ανοίγει διάπλατα ο Γιοντορόφσκι.

 Δείτε το (μπορεί να είναι "περίεργο" αλλά καθόλου επιδεικτικό και "δήθεν") και ταξιδέψτε στον παραισθησιογόνο και μαγευτικό κόσμου του Χιλιανού, με τις πανέμορφες εικόνες, τους πάμπολλους συμβολισμούς, τα σουρεαλιστικά στοιχεία, τις σινεφιλικές ματιές, τις έξοχες ερμηνείες, τις εκ βαθέων αναζητήσεις, την έξαψη της φαντασίας και τη μοναδική αισθητική απεικόνιση.

 Βαθμολογία: 8/10

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2011

Los Ojos de Julia, Guillem Morales, 2010


 Ο Guillermo del Toro επιβλέπει και παρουσιάζει αυτό εδώ το ατμοσφαιρικό θρίλερ, ένα ακόμη από την Ισπανία, που είναι με διαφορά η κορυφαία σε αυτό το κινηματογραφικό είδος. Του 2010, σε σκηνοθεσία Guillem Morales, ο οποίος υπογράφει εδώ μόλις τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, μετά από κάποιες μικρού μήκους αλλά και το ντεμπούτο με το "El habitante incierto", το 2004.

 Η υπόθεση της ταινίας:
 Η Julia, μια γυναίκα που χάνει σταδιακά την όρασή της, βρίσκει τη δίδυμη αδερφή της, Sara, κρεμασμένη στο υπόγειο του σπιτιού της. Η Sara είχε ήδη τυφλωθεί από την ίδια αρρώστια. Όλα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η νεαρή γυναίκα αυτοκτόνησε, αλλά η Julia αποφασίζει να ερευνήσει την υπόθεση, μιας και διαισθάνεται πως πρόκειται για δολοφονία. Έτσι μπαίνει σε ένα σκοτεινό κόσμο, που μοιάζει να κρύβει μια μυστηριώδη παρουσία. Καθώς η Julia ξεκινά να τοποθετεί τα στοιχεία το ένα δίπλα στο άλλο ξετυλίγει το κουβάρι της τρομακτικής αλήθειας. Όμως η όρασή της χειροτερεύει, ενώ παράλληλα γύρω της συμβαίνουν διάφορα ανεξήγητα και ανατριχιαστικά γεγονότα.

 «Τα μάτια της Χούλια», όπως είναι σωστά και ΟΧΙ Τζούλια, μιας και το ισπανικό "j" - "χότα" προφέρεται ΠΑΝΤΑ "χ". Μοναδική περίπτωση να ακούγεται κάτι μεταξύ "χ" και "γι", αλλά ΠΟΤΕ "τζ" είναι να το ακούσετε από "βλάχους" Ισπανούς. Anyway, πάμε παρακάτω...

 Ο αναμφισβήτητα ταλαντούχος Guillermo del Toro βρίσκεται πίσω από το φιλμ αυτό και είναι σχεδόν βέβαιο ότι ευθύνεται ως ένα βαθμό και για τη σκηνοθεσία. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο βλέπουμε το πρώην μοντέλο Belen Rueda, την οποία είχαμε γνωρίσει στο πολύ δυνατό "Mar Adentro" και απολαύσαμε στο έξοχο"El Orfanato", επίσης σε παρουσίαση del Toro.

 Και εδώ, όπως και σε κάθε ισπανικό θρίλερ, συνδυάζεται υπέροχα το πραγματικό με το φανταστικό, το μυστήριο είναι διάχυτο, ενώ ο ψυχολογικός τρόμος αναδύεται μέσα από δυνατά σκηνοθετημένες σεκάνς απόλυτης θριλερικής ατμοσφαιρικής και αντίστοιχου ύφους, που εμπεριέχουν υψηλή ένταση, πλούσια και ποικίλα συναισθήματα, ακόμη και σουρεαλιστικά στοιχεία. Συνολικά λοιπόν η σκηνοθεσία είναι υψηλού επιπέδου, η σκοτεινή και υποβλητική ατμόσφαιρα άρτια και ο χειρισμός του προβλήματος της πρωταγωνίστριας (η σταδιακά υποχωρείσασα όραση) από τον Guillem Morales, ο οποίος «παίζει» με την κάμερα και το φωτισμό εναλλάσσοντας ιδανικά το φως με το σκοτάδι, πανέξυπνος. Ιδιαίτερο τόνο, τέλος, προσθέτουν ορισμένες σινεφιλικές ματιές.

 Ωστόσο η ταινία, που φαίνεται ότι έχει εμπορικές βλέψεις, χάνει το στοίχημα της «έκπληξης», αφού οι σεναριακές αφέλειες, οι δυσκολοχώνευτες συμπτώσεις και το ευκόλως προβλέψιμο προς το φινάλε μονοπάτι μέσω της -επιτρέψτε μου αστείας κλιμάκωσης- προδίδουν τις σκέψεις της κατά τα άλλα εντυπωσιακής παραγωγής.

 Βαθμολογία: 6/10