Το "Dogville", του ιδιόρρυθμου Δανού σκηνοθέτη Lars Von Trier και του 2003, υπήρξε μία από τις πιο πολυσυζητημένες ταινίες των τελευταίων χρόνων. Δίχασε κοινό και κριτικούς, τόσο για τον θεατρικό τρόπο κινηματογράφισης, τον οποίο μας σύστισε ο Τρίερ, όσο και για ορισμένες πραγματικά σκληρές σκηνές. Με τα ακραία σχόλια, είτε από την πλευρά που εκθειάζει την ταινία, είτε από εκείνη που απαξιώνει την "καινοτομία" του Δανού, το μόνο σίγουρο είναι πως το Dogville αποτελεί μία απ' τις σημαντικές στιγμές της δεκαετίας.
Με την οποία, ο Λαρς Φον Τρίερ κάνει μια παραβολή, διηγούμενος την ιστορία της Grace (Nicole Kidman), που έχει διαφύγει από εγκληματίες και η οποία φτάνει στην μικρή πόλη Dogville, όπου της παρέχεται άσυλο, με αντάλλαγμα όμως να προσφέρει βοήθεια στους κατοίκους με τις καθημερινές δουλειές τους.
Η υπόθεση της ταινίας:
Η Grace έχει τη χάρη και το όνομα της πορσελάνινης ομορφιάς της Nicole Kidman. Καταδιωκόμενη από μια συμμορία κακοποιών ζητάει τη βοήθεια των κατοίκων ενός μικρού χωριού. Εκείνοι στην αρχή την αντιμετωπίζουν με δυσπιστία. Η Grace όμως σταδιακά αρχίζει να δουλεύει για το χωριό προκειμένου να δείξει την ευγνωμοσύνη της απέναντι στους ανθρώπους που την αγκάλιασαν και τη δέχτηκαν ως μέλος της μικρής οικογένειάς τους. Το Dogville είναι η τραγική πορεία ενός τόπου προς την καταστροφή, διαιρεμένη σε εννέα κεφάλαια με ένα σύντομο πρόλογο.
Πρόκειται για την πρώτη ταινία της τριλογίας "USA: Land of Opportunities", που συνεχίστηκε με τις Manderlay (2005) και Washington (2007).
Εδώ, όλη η ταινία είναι τοποθετημένη σε μια θεατρική σκηνή. Σε ένα απόλυτα μινιμαλιστικό σκηνικό. Αφενός ο Τρίερ πειραματίζεται με μία θεατρικών καταβολών σκηνοθεσία, αφετέρου γράφοντας ο ίδιος και το σενάριο, με μοναδικό σκηνικό τη θεατρική σκηνή, είναι ολοφάνερο πως επιθυμεί να επικεντρωθούμε απόλυτα στην ιστορία! Και φυσικά εμφανείς και πολύ έντονες είναι οι επιρροές από το περίφημο επικό θέατρο του Μπέρτολτ Μπρεχτ.
Και κάπου εδώ για μένα γκρεμίζεται το "κατηγορώ" απέναντι στον Δανό περί "ανύπαρκτης σκηνοθεσίας"..
Τα γεγονότα που διαδραματίζονται στο Dogville μας τα αφηγείται ο John Hurt, η φωνή του οποίου λειτουργεί επεξηγηματικά, δίχως να αφήνει το παραμικρό περιθώριο παρερμηνείας της εικόνας.
Η ιστορία χωρίζεται σε 9 κεφάλαια με έναν πρόλογο. Που όμως δυστυχώς κόβονται απότομα και οι σκηνές που παρεμβάλλονται μεταξύ των κεφαλαίων δεν δείχνουν αλληλένδετες, αλλά μάλλον λίγο απόμακρες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το πρωτότυπο φιλμ, το οποίο προβλήθηκε στις Κάννες (έχασε τελικά τον Χρυσό Φοίνικα από το "Elephant" του Gus Van Sant) είναι διάρκειας 3 ωρών, ενώ στις κινηματογραφικές αίθουσες και στα DVD κυκλοφόρησε η κομμένη κατά 45' έκδοση...
Στον Πρόλογο μαθαίνουμε ότι το Dogville είναι μια πολύ μικρή Αμερικανική πόλη στα Βραχώδη Βουνά. Υπάρχει μόνο ένας δρόμος που οδηγεί στην πόλη αυτή. Στην οποία κατοικούν ελάχιστοι άνθρωποι, που μάλιστα παρουσιάζονται ως από καλοί έως και αξιαγάπητοι, με ελάχιστα μειονεκτήματα, που είναι πέρα για πέρα ανθρώπινα.
Ο Tom αυτοαποκαλείται επικεφαλής και συγκεντρώνει συχνά τους συγκατοίκους του, για να μιλήσουν για διάφορα θέματα..
Στα 9 κεφάλαια που ακολουθούν ξετυλίγεται η ιστορία. Ο Tom θα είναι ο πρώτος που θα γνωρίσει την πανέμορφη φυγά Grace (μόνο τυχαίο δεν είναι το όνομα αυτό της ηρωίδας!), που κατέφτασε στο Dogville καταδιωκώμενη από ομάδα γκάνγκστερ και θα την πείσει να μείνει στην μικρή τους κοινωνία λέγοντας ότι η διέξοδος από εκεί δεν είναι εύκολη. Επίσης, προκειμένου να την βοηθήσουν θα πρέπει να τους αποδείξει πρώτα ότι είναι καλός άνθρωπος. Μια πλατωνική σχέση θα αναπτυχθεί μεταξύ τους.
Η Grace θα αρχίσει να τους προσφέρει τις υπηρεσίες της, βοηθώντας σε δουλειές, ουσιαστικά αχρείαστες, μέχρι να γίνει αποδεκτό μέλος της κοινωνίας. Μια Grace καλοσυνάτη, ήρεμη και πρόθυμη να βοηθήσει απλόχερα τους συνανθρώπους της.
Σε λίγο θα ανταμείβεται και με μικροποσά για τις υπηρεσίες που προσφέρει, αλλά η φωτογραφία της με τίτλο "Αναζητείται" κοντά στην πόλη, αλλά και η εμφάνιση της αστυνομίας θα αναστατώσει τους κατοίκους..
Θα είναι επιφυλακτικοί απέναντί της, ενώ θα την βαρύνουν με περισσότερες δουλειές. Όταν η Grace λυγίσει και αρχίσει να κάνει λάθη, οι φαινομενικά ήρεμοι κάτοικοι θα εξαγριωθούν και θα επιτεθούν στην άμοιρη να αντιδράσει κοπέλα.
Εκείνη όμως θα εξακολουθήσει να υπομένει στωικά τα πάντα. Την βλέπουμε διαρκώς να προσπαθεί να δικαιολογεί τις απαράδεκτες πράξεις των αγράμματων κατοίκων του χωριού. Να προσπαθεί να βρει τί δεν τους μαθαίνει καλά και να ψάχνει νέες μεθόδους να τους προσεγγίσει. Όλα όμως μοιάζουν να είναι άσκοπα...
Αφού αρχικά την κάνουν απόλυτη σκλάβα του χωριού, οι άνθρωποι στους οποίους πρόσφερε εθελοντικά και απλόχερα τη βοήθειά της, θα την αλυσοδέσουν, θα της περάσουν κι ένα κουδουνάκι για να ξέρουν που βρίσκεται, ενώ, αφού βιώσει τον απόλυτο εξευτελισμό, τελικά θα αποτελέσει και το σεξουαλικό αντικείμενο για κάθε κάτοικο, που κατ' εξακολούθηση θα την βιάσει. Πλην του Tom...
Ο οποίος, θα ζητήσει από τη Grace να κάνουν σεξ, εκείνη θα του πει να περιμένουν για όταν καλυτερεύσουν οι συνθήκες και θα έχουν φύγει πια απ' το Dogville και τότε, μετά από απανωτές σκέψεις θα καλέσει τους γκάνγκστερ...
Για να έρθουν να "παραλάβουν" τη Grace και να ανατρέψουν τα πάντα...
Είναι γεγονός ότι από την αρχή της ταινίας, στο πρόσωπο της Grace o κάθε θεατής βλέπει μία δύσμοιρη κοπέλα, που αδικείται κατάφωρα χωρίς να έχει φταίξει σε κάτι, που γίνεται έρμαιο στις ορέξεις των εξαγριωμένων χωριατών. Ένα εξιλαστήριο θύμα. Και προσδοκά (ο θεατής) την αντίδρασή της. Την εκδίκησή της. Αλλά δεν την βλέπει να έρχεται.
Και εδώ ακριβώς, στο φινάλε της ταινίας υπάρχει η μεγάλη ειρωνία. "Θύμα" τελικά είναι ο ίδιος ο θεατής!
Η Grace θα αποδειχθεί ότι είναι η κόρη του αρχιγκάνγκστερ, ο οποίος την αναζητούσε επειδή η πρώτη το είχε σκάσει απ' τον πατέρα της, για λόγους ασυμφωνίας των δύο πάνω σε απόψεις σχετικά με την εξουσία και το εάν πρέπει να κατηγορείς τους ανθρώπους για τα λάθη που κάνουν. H Grace πιστεύει ότι τα λάθη που κάνουν οι φυσιολογικοί άνθρωποι, τα διαπράτουν γιατί βρίσκονται σε συγκεκριμένες συνθήκες, συνθήκες που αν βρίσκονταν ο πατέρας της και η ίδια, πιθανόν θα έκαναν τα ίδια. Ο πατέρας της την κατηγορεί για ύβρη...την κατονομάζει ότι ενώ κρατάει υψηλά κριτήρια για τον εαυτό της και τις πράξεις της, δεν χρησιμοποιεί ποτέ τα ίδια κριτήρια για τους άλλους, την κατηγορεί ότι δικαιολογεί τα πάντα, σχεδόν σαν θεός, ξεχνά πως είναι και αυτή άνθρωπος..
Θα την πείσει να επιστρέψει μαζί του πίσω και τότε, λίγο πριν φύγει η Grace θα πάρει την εκδίκησή της. Θα δώσει εντολή στον πατέρα της να σκοτώσει όλους τους κατοίκους και να κάψει το χωριό. Η ίδια θα σκοτώσει στο τέλος τον Tom γράφοντας τον προσωπικό της επίλογο. Έρχεται με αυτόν τον σκληρό τρόπο η πολυπόθητη λύτρωση για την πρωταγωνίστρια που τράβηξε τα πάνδεινα και φυσικά η κάθαρση, που κλείνει θριαμβευτικά το Dogville!
Σίγουρα πρόκειται για την πιο θαρραλέα και συγκλονιστική ερμηνεία της Kidman, που φυσικά δεν μπορούσε να βρει ανταπόκριση από τον "θείο Όσκαρ". Γιατί; Μα επειδή πρόκειται για μία αντιαμερικανική ταινία. Ο Trier με διάχυτους συμβολισμούς, με βάση μία παραβολή, ξεσκίζει με αυτήν εδώ την αλληγορία πάνω στην ανθρώπινη υπόσταση, την Αμερικανική -και όχι μόνο- κοινωνία. Και επίσης κατακρεουργεί τα χριστιανικά ήθη, αφού μας λέει ξεκάθαρα ότι η προβολή της καλοσύνης και της αγαθοσύνης ευθύνονται για την έξαρση της κακίας και της επιθετικότητας. Λέει δηλαδή ο Δανός ότι η Grace και ο χαρακτήρας της είναι υπεύθυνοι για τα μύρια όσα της συνέβησαν..
Βέβαια για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, θεωρώ πως πέραν της "επίθεσης" στα χριστιανικά ιδεώδη, μία τέτοια ανάγνωση από τον Τρίερ βγάζει έναν απίστευτο μισανθρωπισμό, αφού είναι σα να μας λέει ξεκάθαρα πως "δεν υπάρχουν καλοί άνθρωποι" και πως "μην κάνει κανείς το καλό γιατί θα εισπράξει σκληρότητα και απανθρωπιά". Με αυτό το κριτήριο λοιπόν, ο Δανός κάνει φάουλ. Όπως φάουλ κάνει και με τον μισογυνισμό του, καθώς σε ολόκληρη την ταινία η ηρωίδα βιάζεται σωματικά και ψυχικά...
Όποιος μείνει σε αυτά τα -σημαντικά η αλήθεια- αρνητικά χαρακτηριστικά, θα μισήσει το Dogville. Όποιος όμως κατορθώσει να τα απομονώσει, να "δει" την παραβολή, να ενθουσιαστεί με την ερμηνεία ολκής της Κίντμαν, να απορροφήσει το εκπληκτικό σενάριο, παραμερίζοντας τα πολύ φτωχά σκηνικά, να αντιληφθεί έστω ορισμένους απ' τους συμβολισμούς και να "λυτρωθεί" μαζί με την πρωταγωνίστρια στο φινάλε, αναμφισβήτητα θα λατρέψει αυτή την καινοτόμο δημιουργία του Δανού.
Όσο για τον γράφοντα; Μετά και από την δεύτερη θέαση της ταινίας τοποθετεί εαυτόν στη δεύτερη κατηγορία. Και μάλιστα έχω την άποψη ότι με το Dogville ο Trier υπογράφει την καλύτερη δημιουργία του, μία εκπληκτική ταινία που πολύ δύσκολα θα ξαναδούμε από τον Δανό!
Βαθμολογία: 8,5/10